Πριν από λίγους μήνες επισκέφτηκα το Ταλίν στα πλαίσια των καθηκόντων μου ως μέλος της επιτροπής περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης βρέθηκα σε ένα αγρόκτημα του 18ου αιώνα με ιδιαίτερη ιστορία, μια και η ιδιοκτησία του εναλλασσόταν μεταξύ Γερμανών και Ρώσων εισβολέων επί αιώνες. Τα δυτικά δωμάτια ήταν διακοσμημένα με γερμανικές πανοπλίες και όργανα μουσικής ενώ τα ανατολικά περιελάμβαναν μια συλλογή αναμνηστικών του στρατηγού Κουτούζοφ των ναπολεόντειων πολέμων. Η εντύπωση που αποκόμισα ήταν ότι ο εσθονικός λαός, ο λαός της γης όπως αυτοαποκαλούνται, είχε μια βαθιά αίσθηση της ιστορίας του και των τραγωδιών που διεπράχθησαν στον έδαφος του.
Στο ολισθηρό παγοδρόμιο της ιστορίας, όποιος επιλέγει την εργαλειοποίηση της για να δικαιολογήσει επιλογές του σήμερα ή του χθες, συνήθως μετρά τα πλευρά του. Η Εσθονική εναλλασσόμενη Προεδρία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου είχε κάθε δικαίωμα να διοργανώσει ένα συνέδριο για να τιμήσει την Ευρωπαϊκή Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Σταλινισμού και του Ναζισμού. Ωστόσο, η έκδοση ψηφίσματος που προτείνει μια νέα Νυρεμβέργη για τα εγκλήματα των σοβιετικών αποτελεί αναψηλάφηση παλαιών πληγών. Αυτό ήταν άλλωστε εμφανές από τον περιορισμένο αριθμό χωρών που προσυπέγραψαν τη συγκεκριμένη πρόταση.
Το σημείο όμως στο οποίο θέλω να σταθώ, είναι οι ελληνικές αντιδράσεις οι οποίες είναι ενδεικτικές για το πώς αντιλαμβανόμαστε την ιστορία. Ο κ. Κοντονής αποφάσισε να μην παραστεί δημοσιοποιώντας την απαντητική επιστολή του. Φυσικά, η επιστολή του κ. Κοντονή απευθυνόταν αποκλειστικά στο εσωτερικό ακροατήριο. Ήταν άλλη μια προσπάθεια πολωτικού αντιπερισπασμού από αυτές που τόσο συγκινούν το στενό κομματικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ. Η αντίδραση του κ. Κοντονή ήταν, εξ’ ορισμού, απρεπής. Οι Ευρωπαϊκοί θεσμοί, και η εναλλασσόμενη Προεδρία είναι ένας από αυτούς, δεν λειτουργούν a la carte. Ακόμα κι αν διαφωνεί, ένας υπουργός Κράτους-Μέλους βρίσκει τρόπο να το εκφράσει: πηγαίνει στο συνέδριο ή στέλνει έναν αξιωματούχο και εκφράζει τις αντιρρήσεις του. Από την άλλη πλευρά του λόφου, συντηρητικοί κύκλοι της ΝΔ στην ανάγκη τους να ξεπλύνουν το μετεμφυλιακό κράτος, που κράτησε καθηλωμένη τη χώρα επί δεκαετίες, προσέτρεξαν να υιοθετήσουν την άποψη που εξισώνει το ναζισμό με το κομμουνισμό.
Να είμαστε ξεκάθαροι: δεν υπάρχουν «βολικά θύματα». Δεν μπορούμε να κάνουμε επιλογή ολοκληρωτισμών, τους απορρίπτουμε συλλήβδην. Ο ναζισμός με το Ολοκαύτωμα, τον φυλετισμό, τον ρατσισμό, την καλλιέργεια του μίσους οδήγησε σε μια πρωτόγνωρη φρίκη και θηριωδία, με θύματα εκατομμύρια αθώους πολίτες. Η κομμουνιστική ιδεολογία ασφαλώς δεν έχει σχέση με τον ναζισμό. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όπου εφαρμόστηκε κατέληξε σε δικτατορία.
Η προσπάθεια ενοποίησης της Ευρώπης ξεκίνησε ακριβώς για να μη ξαναζήσουν οι λαοί της τις θηριωδίες του 20ου αιώνα. Με δυο παγκόσμιους πολέμους και τους εμφύλιους σε Ισπανία, Ελλάδα και Γιουγκοσλαβία, ο φόρος αίματος που πλήρωσε η Ευρώπη ήταν βαρύτατος. Για να αποφύγουμε την επανάληψη οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τα εγκλήματα του παρελθόντος ως μέρος της κοινής ιστορίας μας και να διεξαγάγουμε ανοιχτό και ουσιαστικό διάλογο. Οι μνήμες του τραγικού παρελθόντος πρέπει να μείνουν ζωντανές, για να αποτιθεί φόρος τιμής στα θύματα, να καταδικαστούν οι θύτες και να τεθούν οι βάσεις της συμφιλίωσης.