Καταλαβαίνουμε τον πρωθυπουργό και την κυβέρνησή του, από κάθε οπτική γωνία. Δεν ανέβηκαν στην εξουσία οι άνθρωποι για να την παρατήσουν μετά από 23 μήνες. Κάνουν ό,τι μπορούν, λοιπόν, ο κ. Τσίπρας και οι συν αυτώ, για να παραμείνουν στις καρέκλες τους –γεγονός που κάθε άλλο παρά στερείται σημασίας. Στην Ελλάδα του πρωθυπουργικού κεντρικού συστήματος, η εξουσία έχει πολλά ορατά και αόρατα πλεονεκτήματα, που κανείς δεν εγκαταλείπει πριν τα δοκιμάσει όσο περισσότερο μπορεί.
Έτσι, μέσα σε ένα πανδαιμόνιο κραυγών και ακραίων θορύβων, η κυβέρνηση στην ουσία έχει υπογράψει και ένα τέταρτο μνημόνιο, το οποίο θα ταλαιπωρήσει την χώρα τα προσεχή τριάντα χρόνια το λιγότερο. Αλλά σε κάθε περίπτωση, θα υπονομεύσει την πραγματοποίηση μεταρρυθμίσεων –οι οποίες, κατά την εκτίμησή μας, είναι πλέον μέγα ζητούμενο από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού συστήματος της χώρας. Την στιγμή, όμως, που το σύστημα αγωνίζεται να επιβιώσει πάνω στα παλαιά στρεβλά πρότυπα, δεν διαθέτει αρκετή ευφυΐα για να αντιληφθεί ότι αυτό είναι πλέον αδύνατον χωρίς σημαντικές επενδύσεις.
Από την άποψη αυτή, η κατάσταση είναι καταστροφική στην Ελλάδα και όλα δείχνουν ότι πολύ δύσκολα θα βελτιωθεί. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία τα οποία έφερε στην δημοσιότητα η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), οι ξένες άμεσες επενδύσεις στην χώρα μας έχουν πλέον αρνητικό πρόσημο και όποιος θέλει ας καταλάβει τί σημαίνει αυτό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το 2015 εμφανίζεται να έφυγαν εκτός χώρας 261,4 εκατ. ευρώ μετά τις καθαρές εισροές 1,259 δισεκατομμυρίων του 2014 και 2,122 δισεκατομμυρίων του 2013. Στην τελευταία έκθεσή της, που υποβλήθηκε στην Βουλή, η ΤτΕ σημειώνει όχι μόνον πως δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές εισροές άμεσων επενδύσεων το 2015, αλλά και ότι η ίδια εικόνα διατηρήθηκε και το πρώτο τρίμηνο του 2016. Βεβαίως, πολύ περισσότερα δισεκατομμύρια χάθηκαν στον …δρόμο. Κεφάλαια που δεν ήλθαν, κυρίως επειδή φοβήθηκαν την «περήφανη διαπραγμάτευση» του πρώτου εξαμήνου του 2015, όσο και τις εχθρικές κορώνες κορυφαίων στελεχών τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ. Χαμένες επενδύσεις της τελευταίας διετίας που ενδεχομένως να αθροίζουν περισσότερα από 5 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις της αγοράς.
Είναι έτσι ξεκάθαρο ότι η διεθνής επενδυτική κοινότητα έχει στην ουσία αποκλείσει την Ελλάδα από τους σχεδιασμούς της. Και μια τέτοια ζημιά δεν διορθώνεται σε μήνες, αλλά σε χρόνια. Ιδιαίτερα δε όταν μία χώρα υπερφορολογεί τις επιχειρήσεις, διαθέτει ευμετάβλητο φορολογικό καθεστώς και παρουσιάζει σοβαρές καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης.
Πέρα όμως από τους πιο πάνω αποθαρρυντικούς παράγοντες στην προσέλκυση επενδύσεων, στις αρνητικές ροές ξένων κεφαλαίων θα πρέπει να προστεθούν και οι επενδύσεις οι οποίες δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, είτε εξ αιτίας ολιγωριών της κυβέρνησης, είτε λόγω επιχειρηματικών αποφάσεων που σχετίζονται με τους προαναφερθέντες προβληματισμούς. Για παράδειγμα, σύμφωνα με υπολογισμούς των υπηρεσιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που επικαλείται η ΤτΕ, οι επενδύσεις στον ενεργειακό τομέα, οι οποίες στοχεύουν στην βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης μέσω ολοκληρωμένων συστημάτων, θα μπορούσαν να φθάσουν σε 10 έως 20 δισεκατομμύρια ευρώ τα αμέσως επόμενα χρόνια. Αντ’ αυτού, έχουμε πολυετείς καθυστερήσεις στην ιδιωτικοποίηση του Διαχειριστή Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ), της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ), υβριδικούς πειραματισμούς για το ιδιοκτησιακό του Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΑΔΜΗΕ), καθυστέρηση στο άνοιγμα της αγοράς ηλεκτρισμού, κ.ο.κ.
«Το ίδιο συμβαίνει και στα έργα υποδομών που συνδέονται με αποκρατικοποιήσεις», έγραψε ο Ηλίας Μπέλλος στην Καθημερινή. «Λιμάνια, αεροδρόμια και μεγάλες αναπτυξιακές αξιοποιήσεις όπως του Ελληνικού, συνοδεύονται με δεσμεύσεις για επενδύσεις που αθροίζουν δισεκατομμύρια. Στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, των οποίων η παράδοση στην Fraport εκκρεμεί από τα τέλη του 2014, υπάρχουν ρήτρες για επενδύσεις ύψους 330 εκατ. ευρώ τα αμέσως επόμενα χρόνια και συνολικά 1 δισεκατομμυρίου. Στον ΟΛΠ, η Cosco, που περίμενε την ιδιωτικοποίηση τουλάχιστον από το 2013, θα είχε ξεκινήσει επενδύσεις ύψους 350 εκατ. ευρώ. Τώρα μετατέθηκαν κατά μία τριετία, εξ αιτίας της επί ενάμιση έτος καθυστέρησης της ιδιωτικοποίησης από την κυβέρνηση. Το ίδιο ισχύει, ίσως περισσότερο από όλες τις αποκρατικοποιήσεις, και για το Ελληνικό, όπου ο ανάδοχος που αναδείχτηκε πριν από δύο χρόνια θα μπορούσε να είχε ξεκινήσει τις υποχρεωτικές επενδύσεις ελάχιστου ύψους 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
»Και τα τρία αυτά παραδείγματα αφορούν επενδυτικά σχέδια που είχαν ξεκινήσει πριν σχηματιστεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ και από αποφασισμένους, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, επενδυτές.
»Άλλοι, δεν εμφανίστηκαν ποτέ. Τα παραδείγματα είναι αμέτρητα: Η ιταλική ενεργειακή Enel –η εταιρεία που προκάλεσε λόγω του σχετικού θεσμικού πλαισίου τους διαγωνισμούς για τις έρευνες και την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στην Δυτική Ελλάδα, δεν εμφανίστηκε όταν αυτοί έγιναν στις αρχές του 2015. Στον ελληνικό σιδηροδρομικό χάρτη, η αμερικανική εταιρεία σιδηροδρομικών μεταφορών Watco Companies LLC, ύστερα από αλλεπάλληλες επαφές που έκανε με σκοπό να συμμετάσχει στον διαγωνισμό για την ΤΡΑΙΝΟΣΕ, τελικά απείχε. Η APM Terminals, θυγατρική της Maersk που θεωρείται αντίπαλον δέος της Cosco για τον Πειραιά, παρά τις σαφείς δηλώσεις της το 2014 περί ενδιαφέροντος για τον Πειραιά, απείχε μεγαλοπρεπώς στον γύρο των δεσμευτικών προσφορών.
»Συμμετοχές που θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει ίσως σε υψηλότερα τιμήματα και σε βελτίωση του επενδυτικού κλίματος για τη χώρα».
Η Ελλάδα, όμως, δεν ενδιαφέρεται για επενδύσεις. Νομίζει ότι θα την βγάζει εσαεί με δανεικά και αγύριστα. Στην εποχή μας, ωστόσο, αυτά δεν συμβαίνουν –ακόμα και όταν πρόκειται για τον «πιο έξυπνο λαό του κόσμου». Κατά συνέπεια, όσοι περιμένουν βιωσιμότητα χρέους υπό όρους αποεπένδυσης, κάποια στιγμή θα φάνε γερό άπερκατ στα μούτρα. Και τότε θα είναι αργά για να πει κανείς «στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα».