Η αισθητική ιατρική έχει γνωρίσει εκρηκτική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, με τη χρήση της βοτουλινικής τοξίνης να αποτελεί τη δημοφιλέστερη μη χειρουργική διαδικασία παγκοσμίως. Στο Ηνωμένο Βασίλειο μόνο πραγματοποιούνται περίπου 900.000 ενέσεις ετησίως. Ωστόσο, η αυξανόμενη δημοτικότητα φέρνει μαζί της και αυξημένους κινδύνους, ιδίως όταν χρησιμοποιούνται μη αδειοδοτημένα προϊόντα, που έχουν ήδη συνδεθεί με σοβαρά προβλήματα υγείας.
Η βοτουλινική τοξίνη, γνωστή και ως Botox, είναι μια πρωτεΐνη που παράγεται από το βακτήριο Clostridium botulinum, που συναντάται σε νερό, έδαφος και εντερικά συστήματα ζώων. Τα βακτήρια αυτά μπορούν να παράγουν 7 διαφορετικούς τύπους τοξίνης, από τους οποίους μόνο οι τύποι Α και Β χρησιμοποιούνται κλινικά, με τον τύπο Α να χρησιμοποιείται κυρίως για αισθητικές εφαρμογές. Η τοξίνη λειτουργεί ως νευροτοξίνη, αναστέλλοντας τον νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη στη νευρομυϊκή σύναψη, προκαλώντας προσωρινή παράλυση του μυός και, κατά συνέπεια, μείωση των ρυτίδων.
Το Botox χρησιμοποιείται κυρίως για αισθητικούς λόγους και, συγκεκριμένα, για τη μείωση των ρυτίδων έκφρασης, αλλά και σε ιατρικές εφαρμογές για τη θεραπεία διαφόρων παθήσεων. Στις μέρες μας, αποτελεί την πιο συνηθισμένη μη χειρουργική αισθητική διαδικασία, με εκτιμώμενες 9 εκατομμύρια εφαρμογές ετησίως παγκοσμίως. Παρά τη δημοφιλία της, οι κίνδυνοι και οι ανεπιθύμητες παρενέργειες αυξάνονται με την ανεξέλεγκτη χρήση.
Οι επιπλοκές περιλαμβάνουν μελανιές, πρήξιμο και ευαισθησία γύρω από το σημείο ένεσης, ενώ ο πιο ανησυχητικός κίνδυνος είναι η αλλαντίαση. Η Υπηρεσία Ασφάλειας Υγείας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKHSA) ανέφερε πρόσφατα αύξηση στα επιβεβαιωμένα κλινικά περιστατικά αλλαντίασης – μίας σπάνιας ασθένειας. Το διάστημα 4 Ιουνίου έως 6 Αυγούστου 2025, καταγράφηκαν 41 επιβεβαιωμένα περιστατικά, τα οποία φαίνεται να συνδέονται με τη χρήση μη αδειοδοτημένων προϊόντων, τα οποία είναι πιο ισχυρά από τα εγκεκριμένα, όπως αναφέρει σε άρθρο του στο The Converstation, ο Καθηγητής Ανατομίας Πανεπιστήμιο Λάνκαστερ Άνταμ Τέιλορ. Τα συμπτώματα εμφανίζονται συνήθως την επόμενη ημέρα, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστούν έως και 36 ημέρες μετά την ένεση. Οι σοβαρές περιπτώσεις μπορούν να οδηγήσουν σε αναφυλακτικό σοκ και αναπνευστική ανεπάρκεια, με ποσοστό θνησιμότητας 5–10%, εάν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα.

Η δημοφιλία των αισθητικών ενέσεων μπορεί να κρύβει σοβαρούς κινδύνους, ειδικά όταν χρησιμοποιούνται μη αδειοδοτημένα προϊόντα ή η διαδικασία δεν εκτελείται σωστά. Η ενημέρωση των ασθενών και η επιλογή εξειδικευμένων επαγγελματιών είναι καθοριστικής σημασίας για την πρόληψη σοβαρών προβλημάτων υγείας, διασφαλίζοντας ότι η αισθητική παρέμβαση δεν μετατρέπεται σε απειλή για τη ζωή.