του Διονύση Γ. Γράψα, Ιστορικού
Σε μία κίνηση που αναδιατάσσει το πολιτικό σκηνικό και αναζωπυρώνει τη δημόσια συζήτηση, ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να επιχειρεί μια προσωπική και πολιτική «αποκάθαρση» από πρόσωπα που σημάδεψαν την περίοδο της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρώην πρωθυπουργός, μέσα από αποσπάσματα του πρόσφατα εκδοθέντος βιβλίου του, επανέρχεται σε κομβικές στιγμές του 2015, υπογραμμίζοντας πλέον ότι ορισμένοι από τους στενότερους τότε συνεργάτες του αποδείχθηκαν ανεπαρκείς ή και επιζήμιοι σε κρίσιμες αποφάσεις.
Το ενδιαφέρον όμως βρίσκεται αλλού: τα πρόσωπα στα οποία σήμερα ασκείται έμμεση ή άμεση κριτική, αποτελούσαν –τότε– αναπόσπαστο κομμάτι του πολιτικού του οικοσυστήματος. Ήταν προϊόν της δικής του πολιτικής ρητορικής, των δικών του επιλογών, της δικής του εμπιστοσύνης. Πόσο εύκολα μπορεί λοιπόν να αποκηρύξει κανείς εκείνους με τους οποίους πίστεψε ότι θα «σώσει» τη χώρα; Και πόσο πειστική μπορεί να είναι μια εκ των υστέρων διάρρηξη δεσμών, όταν η ιστορική μνήμη επιμένει να υπενθυμίζει ότι οι δρόμοι υπήρξαν ταυτόσημοι και κοινοί;
Η συζήτηση που ανοίγει έχει και μια ιδιαίτερα ιστορική διάσταση. Πώς θα ακουγόταν, για παράδειγμα, αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, μέσα από το προσωπικό του αρχείο, αποδοκίμαζε τον Λαμπρία, τον Μολυβιάτη ή τον Στεφανόπουλο για τα γεγονότα του καλοκαιριού του 1974; Πώς θα ερμηνευόταν αν ο Ανδρέας Παπανδρέου επέρριπτε ευθύνες στον Κάρολο Παπούλια ή τον Γιάννη Χαραλαμπόπουλο για τους χειρισμούς του Μάρτη του 1987; Θα γινόταν αντιληπτό ως προσωπική δικαίωση ή ως προσπάθεια αναθεώρησης της ιστορικής αφήγησης;
Υπό αυτό το πρίσμα, η στάση του κ. Τσίπρα εγείρει νέα ερωτήματα για τον τρόπο με τον οποίο αξιολόγησε –και τώρα επαναξιολογεί– το επιτελικό του περιβάλλον. Η πολιτική του διαδρομή καταδεικνύει μια μεθοδικότητα στην επιλογή συνεργατών, τη δημιουργία συμμαχιών, αλλά και –όπως φαίνεται πλέον– στο «ξεμπρόστιασμα» εκείνων που θεωρεί ότι υπονόμευσαν κρίσιμες κυβερνητικές επιλογές.
Η αποκήρυξη του παρελθόντος, ωστόσο, δεν αρκεί από μόνη της για να χαράξει το μέλλον. Ο Αλέξης Τσίπρας μοιάζει να θέλει να εμπεδώσει-πρωτίστως μέσα του-μια ολική αλλαγή ρήξης και τομής με το παρελθόν, ώστε το περιώνυμο rebranding που επιχειρεί να μην γίνει από πολιτικές αφετηρίες που τον φέρνουν σε δύσκολη θέση…Υπάρχει διάχυτη η αίσθηση, πως αν τον ρωτούσε κανείς ενόψει του νέου πολιτικού σχήματος που έχει στα σκαριά, ποιος θέλει να τον ψηφίσει στο μέλλον, θα απαντούσε εμφατικά: «Κανείς από εκείνους που με ψήφισαν το 2015»! Και αυτό ίσως κατά ένα μέρος να συμβεί.
Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση που αυτό ανοίγει, δεν αφορά μόνο το παρελθόν. Αφορά το πώς ο ίδιος επιλέγει να το αναγνώσει, να το ερμηνεύσει και τελικά να το αποκηρύξει. Το πολιτικό αποτέλεσμα αυτής της επιλογής μένει να φανεί — και κυρίως, μένει να κριθεί από εκείνους που στο τέλος έχουν τον τελευταίο λόγο: τους ψηφοφόρους.
