Του Ελισσαίου Βγενόπουλου, σκηνοθέτη-συγγραφέα
Οι ρίζες δεν είναι μόνο τόπος, αλλά χρόνος που επιμένει, η καταγωγή χαράσσει υπόγεια μονοπάτια στο είναι, θυμίζοντας πως καμία φυγή δεν απελευθερώνει από την προέλευση.
Η νέα τηλεοπτική παραγωγή του Alpha, «Το Σπίτι Δίπλα στο Ποτάμι», βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Λένας Μαντά, επιχειρεί να ζωντανέψει στη μικρή οθόνη μια πολυεπίπεδη οικογενειακή ιστορία. Με σενάριο του Παναγιώτη Ιωσηφέλη και σκηνοθεσία του Αντώνη Αγγελόπουλου, η σειρά ακολουθεί τις ζωές πέντε αδελφών που μεγαλώνουν σε ένα χωριό στις πλαγιές του Ολύμπου, με το πατρικό τους σπίτι χτισμένο δίπλα στο ποτάμι να λειτουργεί ως μόνιμο σύμβολο μνήμης και επιστροφής.
Οι αδελφές Μελισσάνθη (Αναστασία Παντούση), Ιουλία (Νάνσυ Μπούκλη), Ασπασία (Έβελυν Ασουάντ), Πολυξένη (Ευγενία Ξυγκόρου) και Μαγδαληνή (Ασημένια Βουλιώτη) μεγαλώνουν με τη μητέρα τους, Θεοδώρα (Πέγκυ Τρικαλιώτη), σε έναν κόσμο όπου η θαλπωρή του σπιτιού συνυπάρχει με τη λαχτάρα για το άγνωστο. Ο πατέρας των κοριτσιών, Γεράσιμος (Γιώργο Χρυσοστόμου) και η απώλειά του νωρίς στην αφήγηση, λειτουργεί ως καταλύτης που σπρώχνει τις κόρες στη ζωτική επιλογή της φυγής και της αναζήτησης. Αυτή η υπογείως καθοριστική απουσία αναδεικνύει θεματικά τον ρόλο της μνήμης και της οικογενειακής κληρονομιάς. Η φυγή μοιάζει αναπόφευκτη: το όνειρο της ζωής «πέρα από τον ορίζοντα» ωθεί τις κόρες να αφήσουν πίσω το χωριό και να σκορπιστούν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η υπόσχεση της ελευθερίας όμως αποδεικνύεται διπρόσωπη. Έρωτες που γοητεύουν μετατρέπονται σε δεσμά, μυστικά στοιχειώνουν και πάθη φέρνουν ανατροπές. Το ποτάμι, πάντα παρόν, μοιάζει να συμβολίζει τη ροή της μοίρας, που δεν αφήνει καμία τους ανεπηρέαστη.
Ο Παναγιώτης Ιωσηφέλης επιχειρεί να μεταφέρει τον λυρισμό και το συγκινησιακό βάθος του μυθιστορήματος στην τηλεοπτική φόρμα. Το σενάριο προτιμά την ανάπλαση των εσωτερικών τόξων παρά τη γρήγορη έκθεση γεγονότων. Αυτό προσφέρει στιγμές ουσιαστικού χαρακτήρα αλλά δημιουργεί και προβλήματα ρυθμού: κάποιες σκηνές επιμηκύνονται υπερβολικά και η σειρά υποκύπτει σε μελοδραματικές κορυφώσεις που δεν πάντα αιτιολογούνται πάντα δραματουργικά.
Η σκηνοθετική γραμμή του Αντώνη Αγγελόπουλου είναι συνεργική με το περιβάλλον. Ο Όλυμπος και το ποτάμι γίνονται οπτικά και συμβολικά όργανα της αφήγησης, ενώ η κάμερα αναζητά την εσωτερική λεπτομέρεια —μια χειρονομία, μια σιωπή— για να αποδώσει ψυχολογικά βάρη. Στις καλύτερες στιγμές η σκηνοθεσία πετυχαίνει λυρικές εικόνες που συνοδεύουν την ερμηνεία. Σε άλλες, η εικόνα υπερβαίνει την ανάγκη της σκηνής και καθιστά το πλάνο αυτοσκοπό.
Η ερμηνευτική προσέγγιση των πρωταγωνιστριών είναι καίρια. Η Αναστασία Παντούση αποδίδει με ευαισθησία την ονειροπόλα Μελισσάνθη, η Νάνσυ Μπούκλη δίνει πυγμή και δύναμη στην Ιουλία, ενώ η Έβελυν Ασουάντ καταφέρνει να αποτυπώσει την αντιφατική φύση της Ασπασίας. Η Ευγενία Ξυγκόρου προσδίδει βάθος στη μοναχική Πολυξένη, και η Ασημένια Βουλιώτη ενσαρκώνει με ισορροπία τη Μαγδαληνή, ανάμεσα σε καθήκον και προσωπική επιθυμία. Η Πέγκυ Τρικαλιώτη, ως Θεοδώρα, αποτελεί τον συνδετικό κρίκο: μια φιγούρα μητρική, που ενώ απουσιάζει όταν οι κόρες της σκορπίζονται, εξακολουθεί να δεσπόζει στο φόντο της ιστορίας. Οι ερμηνείες διασώζουν σκηνές όπου το κείμενο γέρνει προς την υπερβολή
Η σειρά δεν αποφεύγει τον μελοδραματισμό, αντίθετα, τον αγκαλιάζει ως μέσο αφήγησης. Η ατμόσφαιρα είναι φορτισμένη, οι συγκρούσεις οξύνονται, και τα συναισθήματα εκφράζονται χωρίς φίλτρο. Η ισορροπία ανάμεσα στο βιβλίο και στην τηλεοπτική γλώσσα δεν είναι πάντα άψογη, ορισμένες σκηνές χάνουν σε ρυθμό, ενώ η αναγκαστική έκταση της αφήγησης σε επεισόδια κάποιες φορές διασπά την ένταση η σειρά δείχνει αδυναμία στην οικονομία της αφήγησης. Το μοντάζ και η επιλογή να τονιστούν μελό επεισόδια οδηγούν σε ασυνέχειες ρυθμού. Ορισμένες υποπλοκές θυσιάζονται στην ανάγκη της τηλεοπτικής δραματουργίας κι άλλες χάριν του τηλεοπτικού χρόνου διογκώνονται ανεπίτρεπτα. Παρ’ όλα αυτά, το σύνολο παραμένει συνεκτικό.
Το «Σπίτι Δίπλα στο Ποτάμι» είναι μια παραγωγή που αξιοποιεί με φροντίδα το λογοτεχνικό της υλικό, ενώ στηρίζεται στην εμπειρία του Παναγιώτη Ιωσηφέλη στο σενάριο και στη στιβαρή σκηνοθεσία του Αντώνη Αγγελόπουλου. Η σειρά κερδίζει έδαφος όταν εστιάζει στον πυρήνα της, τις μικρές, καθημερινές στιγμές που αποκαλύπτουν τον αληθινό ψυχισμό των ηρωίδων. Εκεί όπου οι σιωπές, τα βλέμματα και οι ανεπαίσθητες κινήσεις εκφράζουν περισσότερα από κάθε θεατρική ανατροπή, το δράμα βρίσκει την αυθεντική του δύναμη. Η αφήγηση, παρά την τάση της να διολισθαίνει στον μελοδραματισμό, διαθέτει λυρισμό και συγκινησιακό βάθος που αναδεικνύουν τις αδελφές ως φορείς μιας ιστορίας απώλειας και αναζήτησης. Η σκηνοθετική προσέγγιση, με έντονη αξιοποίηση του φυσικού τοπίου, και η στιβαρή παρουσία των ηθοποιών δημιουργούν στιγμές που αντέχουν πέρα από το επεισόδιο. Πρόκειται για μια αξιόλογη προσπάθεια μεταφοράς ενός λογοτεχνικού έργου στην τηλεόραση, με σεβασμό στον συναισθηματικό πυρήνα του. Και μας θυμίζει ότι οι ρίζες μοιάζουν με κουμπί “reset”: ό,τι κι αν χτίσεις μακριά, μια μέρα θα σε τραβήξουν πίσω για να ξαναθυμηθείς ποιος ήσουν πριν γίνεις “εσύ”.
