Του Γιώργου Α. Παπανδρέου, πρώην Πρωθυπουργού
Η φρίκη που ζει η Γάζα, οι παλαιστίνιοι, μαζί και λιγοστοί ακόμα όμηροι, πρέπει να τελειώσει άμεσα.
Την ίδια ώρα που το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) στη Χάγη διερευνά την κατάσταση στην Παλαιστίνη, συμπεριλαμβανομένων καταγγελιών που θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν εγκλήματα πολέμου, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και ενδεχομένως γενοκτονία, η δικιά μας άμεση προτεραιότητα, ως Ελλάδα, ως Ευρώπη, πρέπει να εστιαστεί στο να σταματήσει ο αποκλεισμός της Γαζας απο ανθρωπιστική βοήθεια, δίνονταςτέλος στις εχθροπραξίες.
Και ενώ φαίνονται απέλπιδες οι κινήσεις της διεθνούς κοινότητας πιστεύω, ότι λύσεις για την ειρήνη υπάρχουν.
Όταν υπηρέτησα ως Πρωθυπουργός της Ελλάδας, καλλιέργησα μια στενή και με το βλέμμα στο μέλλον σχέση με το Ισραήλ—χτίζοντας συνεργασία στην καινοτομία, την ενέργεια, την άμυνα, τον τουρισμό και τη διπλωματία. Ταυτόχρονα, διατήρησα στενούς δεσμούς με την Παλαιστινιακή Αρχή, υπερασπιζόμενος δημόσια και σταθερά μια δίκαιη και βιώσιμη λύση Δύο Κρατών.
Έλαβα μέρος σε πολλές προσπάθειες: διμερείς, στο Οδικό Χάρτη για την Ειρήνη του Κουαρτέτου, μέσα από περιφερειακές πρωτοβουλίες επισκεπτόμενος και τις δύο πλευρές μαζί με τον Τούρκο ομόλογό μου Ισμαήλ Τζεμ, αλλά και σε ευρωπαϊκές αποστολές.
Όπως πολλοί ηγέτες που εμπλέκονται σε αυτές τις ειρηνευτικές διαδικασίες, έτσι κι εγώ είδα ότι η ειρήνη είναι δυνατή. Για παράδειγμα, ως Πρόεδρος της Σοσιαλιστικής Διεθνούς, διαπραγματεύτηκα κοινά ψηφίσματα για τις παραμέτρους της ειρήνης, τα οποία έγιναν ομόφωνα αποδεκτά από τα μέλη μας σε Ισραήλ και Παλαιστίνη – (το Εργατικό Κόμμα και το Μέρετς από το Ισραήλ, και η Φατάχ και η Παλαιστινιακή Εθνική Πρωτοβουλία (PNI) από την παλαιστινιακή πλευρά). Οργανώσεις γυναικών και από τις δύο πλευρές, αγωνιζόμενες για την ειρήνη, συναντιόντουσαν και συμφώνούσαν σε έναν κοινό οδικό χάρτη προς την ειρηνική συμβίωση.
Ωστόσο, κάθε προσπάθεια για ειρήνη υπονομεύεται, ακυρώνεται ξανά και ξανά από τις ακραίες εθνικιστικές φωνές, τόσο στο Ισραήλ όσο και στην Παλαιστίνη.
Η φρίκη της πρόσφατης βίας—η 7η Οκτωβρίου και ο καταστροφικός πόλεμος στη Γάζα—διέλυσε κάθε αυταπάτη ότι η «διαχείριση του σημερινού στάτους κβο» είναι βιώσιμη.
Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν την κατάρρευση μιας αποτυχημένης «μη-λύσης».
Δεν μπορεί να υπάρξει επιστροφή στον κόσμο πριν από τις 7 Οκτωβρίου. Οι ταυτότητες, η πολιτική και το νόημα αυτής της σύγκρουσης έχουν μετασχηματιστεί.
Αυτή η στιγμή απαιτεί αποφασιστική ηγεσία, από την Ευρώπη και από την Ελλάδα, και να χρησιμοποιήσουμε την δυναμή μας, την αξιοπιστία μας και να δράσουμε για την ειρήνη.
Η Αναγνώριση ως Αφετηρία, Όχι ως Τέλος
Ο μόνος δρόμος μπροστά – όσο δύσβατος κι αν είναι – είναι η λύση των Δύο Κρατών. Και η Ελλάδα, ο Ελληνισμός, με την ιστορική σχέση που έχει με Ισραηλινούς και Παλαιστινίους, και την διασπορά τους, πρέπει να υψώσει τη φωνή της λογικής. Φωνή που γεφυρώνει και συμφιλιώνει τους λαούς.
Κάποιοι φοβούνται ότι η αναγνώριση της Παλαιστίνης είναι εχθρική προς το Ισραήλ, ή ακόμη και «ανταμοιβή» για τη Χαμάς. Δεν είναι ούτε το ένα ούτε το άλλο. Η αναγνώριση ενισχύει τη μετριοπαθή πολιτική οδό, και αυτούς που παλεύουν για την ειρήνη και την ειρηνική συνύπαρξη. Ενδυναμώνει τις φωνές της λογικής τόσο των Παλαιστινίων όσο και των Ισραηλινών.
Όπως έγραψε ο συνάδελφός μου στο Συμβούλιο της Ευρώπης, Πιέρο Φασσίνο, ο Νετανιάχου και η Χαμάς είναι εγκλωβισμένοι σε μια λογική αλληλο-αποκλεισμού: ο Νετανιάχου απορρίπτει την παλαιστινιακή οντότητα, καθώς προωθεί ένα σχέδιο μόνιμης κατοχής της Γάζας, ενώ η Χαμάς απορρίπτει το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ.
Η κυβέρνηση Νετανιάχου και η Χαμάς τρέφονται η μία από την λογική άρνησης του άλλου – καθεμία αρνούμενη τη νομιμότητα της άλλης πλευράς.
Η αναγνώριση της Παλαιστίνης μπορεί να σπάσει τον φαύλο κύκλο της άρνησης και της βίας. Να αποκαταστήσει την πολιτική δύναμη των μετριοπαθών, να ανοίξει δρόμους για διάλογο αντί για αλληλοεξόντωση. Να θέσει μια στέρεη βάση διαπραγματεύσεων, θεμελιωμένων στο δίκαιο και στη νομιμότητα – όχι στην άρνηση.
Η Φωνή της Κοινωνίας των Πολιτών: Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι για την Ειρήνη
Αυτό που επίσης πρέπει να μας καθοδηγεί είναι η εντυπωσιακή κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών μέσα στο Ισραήλ.
Η μαζική διαδήλωση στο Τελ Αβίβ, με μισό εκατομμύριο ανθρώπους – και εκατοντάδες χιλιάδες ακόμη σε όλη τη χώρα – δείχνει κάτι ξεκάθαρο: το κίνημα πολιτών για την ειρήνη ζει. Οι πρωτοφανείς αυτές κινητοποιήσεις στο Τελ Αβίβ και την Ιερουσαλήμ, που ένωσαν Ισραηλινούς, Παλαιστινίους, Άραβες, Δρούζους και φορείς της κοινωνίας των πολιτών, δεν είναι η φωνή ‘της κυβέρνησης’. Είναι η φωνή του δημοκρατικού Ισραήλ που αρνείται να συμβιβαστεί με την πολιτική της εθελοτυφλίας.
Και το δημοκρατικό Ισραήλ το είπε καθαρά: «Ήρθε η ώρα. Να τελειώσει ο πόλεμος. Να γυρίσουν όλοι σπίτι. Να γίνει ειρήνη». Ναι, ήρθε η ώρα για διαπραγματεύσεις, την απελευθέρωση των ομήρων και το τέλος του πολέμου.
Με την αναγνώριση της Παλαιστίνης, η Ελλάδα και η Ευρώπη στέκονται δίπλα στις θαρραλέες φωνές του Ισραήλ· σε όσους ζητούν ανθρωπιστική βοήθεια για τη Γάζα, τερματισμό του πολέμου και έναν δρόμο προς συνύπαρξη και ασφάλεια για τους δύο λαούς.
Η αναγνώριση αυτή δεν απομονώνει το Ισραήλ. Αντίθετα, ενισχύει τις δυνάμεις λογικής – Ισραηλινών και Παλαιστινίων – που υψώνουν τη φωνή τους για ειρήνη και στέκονται αλληλέγγυες στις δημοκρατικές δυνάμεις της περιοχής.
Όσοι δε συγχέουν το Ισραήλ με την εκάστοτε κυβέρνησή του, είτε από άγνοια είτε σκόπιμα, όχι μόνο παραπλανούν· επιβάλλουν και μια άδικη ηθική κρίση σε έναν ολόκληρο λαό.
Το Ισραήλ ιδρύθηκε όχι μόνο για να εγγυηθεί την ασφάλεια των Εβραίων, αλλά και για να εκφράσει μια ηθική αποστολή. Σήμερα, όμως, η ίδια η κυβέρνησή του κινδυνεύει να προδώσει αυτή την αποστολή, δίνοντας άλλοθι στο μίσος και τροφοδοτώντας τον αντισημιτισμό παγκοσμίως. Αυτός είναι ο πιο σοβαρός κίνδυνος για την αξιοπιστία και τη νομιμότητα του Ισραήλ – μεγαλύτερος κι από κάθε εξωτερικό εχθρό.
Η αναγνώριση της Παλαιστίνης επομένως δεν είναι επίθεση στο Ισραήλ· είναι κάλεσμα στο Ισραήλ να ξαναβρεί την ψυχή της ιδρυτικής του υπόσχεσης: μια πατρίδα που στέκεται όρθια πάνω στη δικαιοσύνη, τη δημοκρατία, την αξιοπρέπεια και την ηθική ηγεσία. Έτσι η ειρήνη θα γίνει γη κοινή, όπου Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι θα μπορούν να ριζώσουν μαζί.
Οι Ανθρωπιστικές Προσταγές Δεν Μπορούν να Περιμένουν
Η απελευθέρωση των ομήρων και η ανεμπόδιστη παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας δεν είναι μόνο υποχρεώσεις, ούτε μπορούν να είναι διαπραγματευτικά χαρτιά, είναι οι γέφυρες που μπορούν να ενώσουν τα δεινά με την ελπίδα, και τους δύο λαούς με την κοινή τους ανθρωπιά.
Η αναγνώριση πρέπει, επομένως, να συνδεθεί με άμεσες ανθρωπιστικές εγγυήσεις: διαδρόμους βοήθειας, ανασυγκρότηση στη Γάζα και ιατρικά προγράμματα που σώζουν ζωές σήμερα.
Η ανθρωπιστική αλληλεγγύη δεν είναι μόνο καθήκον· είναι η δύναμη που καλλιεργεί εμπιστοσύνη, θεραπεύει την απελπισία και ανοίγει τον δρόμο της πολιτικής συμφιλίωσης.
Κοινή Ευθύνη: Να Ηττηθούν τα Αφηγήματα Μηδενικού Αθροίσματος
Ο αληθινός εχθρός δεν είναι ο ένας ή ο άλλος λαός, ούτε οι Ισραηλινοί ούτε οι Παλαιστίνιοι· είναι το αφήγημα που καλλιεργούν τα άκρα και στις δύο πλευρές: ότι η συνύπαρξη είναι αδύνατη.
Η αναγνώριση της Παλαιστίνης αποκαθιστά την πολιτική υπόσταση των Παλαιστινίων και στέλνει στο Ισραήλ ένα ξεκάθαρο μήνυμα: η ασφάλεια δεν χτίζεται στην επικυριαρχία και την απόγνωση, αλλά στη δικαιοσύνη και την αμοιβαία αναγνώριση.
Γι’ αυτό οι κινητοποιήσεις της κοινωνίας των πολιτών είναι τόσο κρίσιμες. Δείχνουν πως και οι δύο λαοί αρνούνται να παραδοθούν στην απόγνωση. Τώρα είναι η στιγμή οι διεθνείς θεσμοί και η παγκόσμια κοινή γνώμη να στηρίξουν αυτές τις φωνές, ώστε η δυναμική της ειρήνης να μην χαθεί – να γίνει αναμφισβήτητη.
Το μήνυμά τους δεν αφορά μόνο Ισραηλινούς και Παλαιστινίους· είναι μήνυμα οικουμενικό. Μήνυμα ενάντια στη μισαλλοδοξία, τον αντισημιτισμό, την ισλαμοφοβία και κάθε μορφή ρατσισμού. Είναι επίσης μήνυμα ενάντια στον υπερφίαλο και κοντόφθαλμο εθνικισμό που εξαπλώνεται παγκοσμίως και απειλεί να υπονομεύσει τη συνεργασία των πολιτών, λαών και των κρατών. Έναν εθνικισμό που μπορεί να τινάξει στον αέρα κάθε προοπτική διεθνούς ειρήνης και κοινής δράσης απέναντι στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας – από την κλιματική κρίση και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες έως τη ραγδαία συγκέντρωση και κατάχρηση μιας τεχνολογικής ισχύος στα χέρια ηγετών που αδιαφορούν για το κοινό καλό.
Η Ελλάδα έχει εμπειρία στην υπέρβαση τέτοιων αφηγημάτων.
Επι δεκαετίες, η Ελλάδα απέδειξε ότι μπορεί να είναι κάτι περισσότερο από θεατής, στην ευρύτερη περιοχή μας, στα Βαλκάνια και την Μεσόγειο, αλλά και στη σύγκρουση Ισραήλ–Παλαιστίνης—μπορεί να λειτουργήσει ως αξιόπιστος διαμεσολαβητής και περιφερειακός γεφυροποιός.
Έχουμε μια μακρά παράδοση να στεκόμαστε δίπλα τόσο στους Ισραηλινούς όσο και στους Παλαιστινίους, προωθώντας την ειρήνη και τη συνεργασία σε όλη τη Μεσόγειο.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου έθεσε τα θεμέλια τη δεκαετία του 1980, αναγνωρίζοντας πλήρως διπλωματικά την PLO – καθιστώντας την Ελλάδα ένα από τα πρώτα ευρωπαϊκά κράτη που το έκαναν – καλωσορίζοντας προσωπικά τον Γιασέρ Αραφάτ στην Αθήνα μετά την εκκένωση της Βηρυτού το 1982, όταν ελληνικά πλοία βοήθησαν να διασωθούν πολιορκημένοι Παλαιστίνιοι. Είχε επίσης καταλυτικό ρόλο, συνεργαζόμενος με έναν φίλο του, τον Υπουργό Εξωτερικών της Σουηδίας Στέν Άντερσον, και μια ομάδα Εβραιο-αμερικανών διανοουμένων, όπως τον Stanley Sheinbaum, με σημαντική πολιτική επιρροή, για να επιτευχθεί η «Διακήρυξη της Στοκχόλμης του 1988».
Το αποτέλεσμα της Διακήρυξης ήταν η PLO του Γιασέρ Αραφάτ να δεσμευθεί να:
1. Αναγνωρίσει το δικαίωμα ύπαρξης του Ισραήλ.
2. Αποδεχθεί τα Ψηφίσματα 242 και 338 του ΟΗΕ.
3. Αποκηρύξει την τρομοκρατία και να επιδιώξει την ειρήνη μέσω διαπραγματεύσεων.
Χτίζοντας πάνω σε αυτή την κληρονομιά, επόμενες ελληνικές κυβερνήσεις εμβάθυναν τη δέσμευση αυτή μέσα από πρωτοβουλίες όπως η κοινή αποστολή Παπανδρέου–Τζεμ το 2002 στην Ιερουσαλήμ και τη Ραμάλα, το ομόφωνο ψήφισμα της Βουλής το 2015 που ζητούσε την αναγνώριση της Παλαιστίνης, και ο ρόλος της Ελλάδας σε πολυμερή φόρα όπως το East Mediterranean Gas Forum, όπου Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι κάθονται στο ίδιο τραπέζι. Συμπληρωματικά, η Ελλάδα προώθησε τον διάλογο μέσω της Μεσογειακής Πρωτοβουλίας για το Κλίμα που διοργανώθηκε από κοινού με την Τουρκία το 2010, υλοποίησε δράσεις με την κοινωνία των πολιτών όπως τα Imagine Peace Camps του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής Εκεχειρίας, και στήριξε ελληνικά ΜΚΟ – ανθρωπιστικής βοήθειας και ιατρικής υποστήριξης για Παλαιστίνια παιδιά.
Ο συνδυασμός αυτής της ιστορικής αλληλεγγύης, εμπιστοσύνης και από τις δύο πλευρές και αποδεδειγμένης ικανότητας διαμεσολάβησης καθιστά την Ελλάδα μοναδικά ικανή να λειτουργήσει ως γέφυρα – στηρίζοντας Ισραηλινούς και Παλαιστινίους και ανοίγοντας δρόμο για ευρύτερη ειρήνη και συνεργασία σε όλη τη Μεσόγειο.
Από τον Συμβολισμό στη Στρατηγική: Ένας Ευρωπαϊκός και Ελληνικός Οδικός Χάρτης
Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος της Ελλάδας; Σήμερα η στάση μας μοιάζει παθητική, αν όχι παραλυμένη, απέναντι σε αυτή τη σύγκρουση. Κι όμως, η Ελλάδα όχι μόνο μπορεί – αλλά και οφείλει – να αναλάβει ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση μιας ουσιαστικής πολιτικής ανατροπής. Ως αξιόπιστος διαμεσολαβητής, η Ελλάδα μπορεί να βοηθήσει την Ευρώπη να περάσει από τις συμβολικές ενέργειες σε πραγματική στρατηγική, από τα λόγια στην πράξη.
Η αναγνώριση από μόνη της δεν αρκεί· θα αποτύχει αν δεν ενταχθεί σε μια νέα, συνεκτική πολιτική. Όπως προειδοποιεί ο Γκαμπριέλε Σέγκρε, διευθυντής του Ιδρύματος Βιττόριο Νταν Σέγκρε, υπάρχει ο κίνδυνος να εκληφθεί ως απλός συμβολισμός, εάν δεν συνοδευθεί από συγκεκριμένες δεσμεύσεις και πρωτοβουλίες.
Ο χρόνος είναι κρίσιμος. Η διαμεσολάβηση επείγει. Και η αναγνώριση δεν θα πρέπει να αφήσει περιθώρια να συρρικνωθεί ο χώρος για διαπραγματεύσεις, δίνοντας άλλοθι σε ακραίες φωνές. Δηλαδή είτε «πολιτική τροφή» στα άκρα, που θα τη χρησιμοποιήσουν ως απόδειξη ματαιότητας ή ως όπλο εναντίον της ειρήνης από ακραίους που θα θελήσουν να σκληρύνουν την στάση τους. Η αναβολή πολιτικών πρωτοβουλιών ενισχύει το αδιέξοδο και την απελπισία. Η καθυστέρηση αφήνει χώρο σε βίαιες ή ακραίες δυνάμεις να κερδίσουν έδαφος.
Αρα η αναγνώριση θα πρέπει να λειτουργήσει ως εργαλείο για να μετουσιωθεί σε διαδικασία ειρήνης, έναν δρόμο που θα αποθαρρύνει όσους την υπονομεύουν.
Γι’ αυτό και οι επικριτές έχουν δίκιο να προειδοποιούν: χωρίς πράξεις και στρατηγική, η αναγνώριση κινδυνεύει να μείνει ένα άδειο σύμβολο.
Η σημασία συγκεκριμένων προτάσεων, όπως αυτές που διατύπωσαν πρόσφατα ο Ζοζέπ Μπορέλ και η Καλύψω Νικολαΐδη στο Foreign Affairs, είναι αναγκαία.
Χτίζοντας πάνω σε αυτές, η αναγνώριση πρέπει να συνδεθεί με εφαρμόσιμα πλαίσια, και η Ελλάδα πρέπει να αναλάβει ενεργό ρόλο στην προώθηση και διαμόρφωση πρωτοβουλιών όπως οι παρακάτω επτά άξονες. Πιστεύω ακράδαντα οτι η χώρα μας μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο υπέρ της ειρήνης στην περιοχή:
Ένα Ευρωπαϊκό Σχέδιο για την Ειρήνη Ισραήλ–Παλαιστίνης:
Η Ελλάδα ως Διαμεσολαβητής και Καταλύτης
1. Αναγνώριση και Πλαίσιο Ειρήνης
Το πρώτο βήμα πρέπει να είναι η πολιτική σαφήνεια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να προχωρήσει αποφασιστικά σε συλλογική αναγνώριση του Κράτους της Παλαιστίνης, με όλα τα 27 κράτη-μέλη να ενεργούν από κοινού. Ακόμη και ο Κρίστοφ Χόισγκεν, εξέχων Γερμανός διπλωμάτης, έχει πλέον καλέσει τη Γερμανία να το πράξει.
Η αναγνώριση δεν μπορεί να παραμένει ένας μακρινός στόχος σε διαπραγματεύσεις που ποτέ δεν ξεκινούν· πρέπει να είναι το σημείο εκκίνησης, που θα αποκαθιστά τη συμμετρία, την αξιοπρέπεια και την πολιτική διαδικασία.
Μια τέτοια αναγνώριση αποτελεί επιβεβαίωση ότι η ειρήνη μπορεί να θεμελιωθεί μόνο πάνω στην αμοιβαία αναγνώριση δικαιωμάτων και νομιμότητας. Θέτει τις βάσεις για αξιόπιστες διαπραγματεύσεις και στέλνει ξεκάθαρο μήνυμα: η διεθνής κοινότητα δεν θα δεχθεί μια ειρήνη χτισμένη πάνω στη μονοκρατορία της κυριαρχίας και στους εκτοπισμούς.
2. Ανθρωπιστικές Εγγυήσεις και Ανασυγκρότηση της Γάζας
Η αναγνώριση πρέπει να συνδεθεί με άμεσες ανθρωπιστικές εγγυήσεις. Η ΕΕ πρέπει να κλιμακώσει επειγόντως τη βοήθεια στη Γάζα, εξασφαλίζοντας τρόφιμα, φάρμακα και στέγη για τους αμάχους. Πέρα από την επείγουσα ανακούφιση, η ΕΕ πρέπει να στηρίξει τη δημιουργία μιας μεταβατικής πολιτικής αρχής που θα αποτρέπει τον αναγκαστικό εκτοπισμό και θα θέτει τα θεμέλια για υπεύθυνη διακυβέρνηση.
Εδώ, η Ελλάδα μπορεί να παίξει καταλυτικό ρόλο. Η Αθήνα θα μπορούσε να ανοίξει θαλάσσιους ανθρωπιστικούς διαδρόμους – πρόταση που είχε πρωτο-προταθεί από κοινού με την Κύπρο το 2010 – και να επεκτείνει τα ιατρικά προγράμματα στα ελληνικά νοσοκομεία, με προτεραιότητα τη φροντίδα Παλαιστινίων παιδιών. Πρόκειται για χειροπιαστές, σωτήριες πράξεις που στέλνουν το μήνυμα της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης στις πιο σκοτεινές ώρες.
3. Κοινωνία Πολιτών, Νεολαία και Ανθρωπιστική Αλληλεγγύη για την Ειρήνη
Η ειρήνη δεν πραγματώνεται μόνο από ηγέτες· ζει και συντηρείται από κοινωνίες. Η ΕΕ θα πρέπει επομένως να δεσμεύσει τουλάχιστον 100 εκατομμύρια ευρώ σε πρωτοβουλίες βάσης για την ειρήνη, ενδυναμώνοντας φορείς της κοινωνίας των πολιτών, ΜΚΟ, τοπικές κοινότητες και διασυνοριακές συνεργασίες που προωθούν τη συμφιλίωση και τη συνύπαρξη.
Αυτή η προσπάθεια πρέπει να στηριχθεί από μια Πολιτική Συνέλευση για την Ειρήνη, που θα φέρει κοντά Ισραηλινούς, Παλαιστινίους και Ευρωπαίους σε έναν χωρίς αποκλεισμούς, δημοκρατικό διάλογο για τις διαδρομές προς την ειρήνη.
Για να έχει ισχυρή διάσταση νεολαίας, η Ελλάδα θα μπορούσε να φιλοξενήσει μια Συνέλευση Νεολαίας για την Ειρήνη στην Αθήνα, εμπνευσμένη από το έργο του Συμβουλίου της Ευρώπης και το project Democratic Odyssey. Ένα τέτοιο φόρουμ θα έδινε φωνή σε νέους Ισραηλινούς, Παλαιστινίους και Ευρωπαίους να διαμορφώσουν το κοινό τους μέλλον, αντικρούοντας την απελπισία και τον κυνισμό που γεννά ο πόλεμος. Ήδη, στο φετινό Συμπόσιο της Σύμης που φιλοξενήθηκε στη Σκιάθο, παρουσιάστηκαν πρωτοβουλίες ‘συμβουλίων πολιτών’ που πραγματοποιήθηκαν με συμμετοχή και από τις δύο πλευρές. Οι πρωτοβουλίες αυτές σημείωσαν εντυπωσιακή επιτυχία, διαμορφώνοντας κοινές θέσεις και συγκεκριμένα βήματα προς τη συνεννόηση και την ειρήνη.
Η Ελλάδα μπορεί να ενισχύσει περαιτέρω τον ρόλο του Διεθνούς Κέντρου Ολυμπιακής Εκεχειρίας (IOTC), επεκτείνοντας τα “Imagine Peace Camps” που έχει ήδη διοργανώσει σε συνεργασία με φορείς όπως το Seeds of Peace. Βασισμένα στο ολυμπιακό ιδεώδες, αυτά τα προγράμματα συνδυάζουν διάλογο, αθλητισμό και κοινά πρότζεκτ – ισχυρά εργαλεία για να χτιστεί εμπιστοσύνη πέρα από σύνορα.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αυτή η στρατηγική της κοινωνίας των πολιτών θα πρέπει να συμπληρωθεί με την ενεργοποίηση του Ευρωπαϊκού Σώματος Εθελοντικής Ανθρωπιστικής Βοήθειας (EVHAC), που προτάθηκε υπό την Ελληνική Προεδρία της ΕΕ και υιοθετήθηκε το 2003. Με τη συμμετοχή νέων Ευρωπαίων σε ανθρωπιστικές και ειρηνευτικές αποστολές, το EVHAC (και το Ευρωπαϊκό Σώμα Αλληλεγγύης) θα μετέτρεπε την αλληλεγγύη σε πράξη, κάνοντας τις ευρωπαϊκές αξίες απτή πραγματικότητα.
4. Ισορροπημένες και Αποτελεσματικές Κυρώσεις και Στρατηγική Επιρροή
Ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Ισραήλ, η ΕΕ διαθέτει πραγματική επιρροή. Αυτή πρέπει να ασκηθεί. Προσεκτικά μεν – όχι ως τιμωρία – αλλά ουσιαστική δε