Επιμέλεια του Αθαν. Χ.Παπανδρόπουλου
Η τελευταία ομιλία του πρώην Ευρωπαίου κεντρικού τραπεζίτη και σωτήρα του ευρώ σε μεγάλο βαθμό, στη συνάντηση «Ρίμινι 2025», με θεματικό τίτλο “The journey to the essential”, στην ουσία τα λέει όλα.
“Επί χρόνια, η Ευρωπαϊκή Ένωση πίστευε πως η οικονομική της διάσταση—με τους 450 εκατ. καταναλωτές—θα της προσέδιδε γεωπολιτική δύναμη στις διεθνείς εμπορικές σχέσεις. Το 2025, ωστόσο, θα μείνει στην ιστορία ως το έτος κατά το οποίο αυτή η ψευδαίσθηση διαλύθηκε.
Αναγκαστήκαμε να αποδεχτούμε τους δασμούς από τον μεγαλύτερο εμπορικό μας εταίρο και μακρόχρονο σύμμαχο, τις ΗΠΑ. Ο ίδιος σύμμαχος μας ώθησε να αυξήσουμε τις αμυντικές δαπάνες—μια απόφαση που ίσως έπρεπε να είχε ληφθεί έτσι κι αλλιώς, αλλά με τρόπους που αντανακλούν πραγματικά το ευρωπαϊκό συμφέρον. Παρότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προσφέρει τη μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια στον πόλεμο στην Ουκρανία και συμφωνεί απόλυτα με την ανάγκη δίκαιης ειρήνης, ο ρόλος της ήταν μέχρι στιγμής περιθωριακός στις ειρηνευτικές προσπάθειες.
Στο μεταξύ, η Κίνα στήριξε ανοικτά τον ρωσικό πόλεμο, ενώ επιδιώκει να διοχετεύσει την υπερπαραγωγή της στην Ευρώπη, καθώς η πρόσβασή της στην αμερικανική αγορά έχει περιοριστεί από νέους εμπορικούς φραγμούς στις ΗΠΑ. Οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις είχαν περιορισμένο αντίκτυπο: Η Κίνα ξεκαθάρισε ότι δεν θεωρεί την Ευρώπη ισότιμο εταίρο και χρησιμοποιεί τον έλεγχο που ασκεί στις σπάνιες γαίες για να καταστήσει την εξάρτησή μας ακόμη πιο δεσμευτική.
Η Ευρώπη παρέμεινε θεατής ακόμη και όταν βομβαρδίσθηκαν ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις και η σφαγή στη Γάζα συνεχίστηκε με ένταση. Αυτές οι εξελίξεις ανέτρεψαν κάθε ψευδαίσθηση ότι η οικονομική ισχύς από μόνη της εξασφαλίζει γεωπολιτική δύναμη. Δεν είναι έκπληξη λοιπόν που ο σκεπτικισμός απέναντι στην Ευρώπη φτάνει σε νέα ύψη. Ποιο όμως είναι το αντικείμενο αυτού του σκεπτικισμού;
Κατά τη γνώμη μου, δεν αφορά τις αξίες βάσης της ΕΕ—δημοκρατία, ειρήνη, ελευθερία, ανεξαρτησία, κυριαρχία, ευημερία, δικαιοσύνη. Ακόμη κι εκείνοι που πιστεύουν ότι η Ουκρανία πρέπει να υποχωρήσει στις ρωσικές απαιτήσεις, δεν θα ήθελαν το ίδιο για τη δική τους χώρα· και αυτοί αποδίδουν αξία στην ελευθερία, την ανεξαρτησία και την ειρήνη—έστω και μόνο για τους ίδιους.
Πιστεύω ότι ο σκεπτικισμός αφορά την ικανότητά της ΕΕ να υπερασπίζεται αυτές τις αξίες. Αυτό δεν είναι εντελώς αδικαιολόγητο. Τα υπερεθνικά πολιτικά μοντέλα δημιουργούνται για να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα της εποχής τους. Όταν τα χρονικά δεδομένα αλλάζουν τόσο δραματικά ώστε να καθιστούν εύθραυστο το προϋπάρχον σχήμα, τότε χρειάζεται αλλαγή.
Η ΕΕ δημιουργήθηκε επειδή, κατά τον 20ό αιώνα, τα εθνικά κράτη απέτυχαν σε πολλούς τόπους να υπερασπιστούν τις αξίες αυτές. Πολλές δημοκρατίες παρέκαμψαν κάθε κανόνα, προτιμώντας ουσία, με αποτέλεσμα ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ήταν λοιπόν σχεδόν φυσικό να αναπτύξουν οι Ευρωπαίοι μια συλλογική άμυνα για τη δημοκρατία και την ειρήνη. Η ΕΕ αποτέλεσε μια εξέλιξη αποκρινόμενη στο πιο άμεσο πρόβλημα: Την ευρωπαϊκή διολίσθηση στον πόλεμο. Δεν είναι λογικό να υποστηρίζει κάποιος ότι θα ήμασταν καλύτερα χωρίς ένα τέτοιο θεσμικό πλαίσιο.
Μετά τον πόλεμο, η Ένωση μετασχηματίστηκε εναρμονισμένη με την εποχή: Μεταξύ 1980 και 2000, πίστεψε στον ελεύθερο ανταγωνισμό, στην ανοικτή αγορά, στη δράση κανονιστικών αρχών και στη μείωση κρατικής παρέμβασης. Η Ευρώπη άνθισε: Εξέλιξε την κοινή αγορά σε ενιαία, έγινε βασικός παίκτης στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και δημιούργησε ανεξάρτητες αρχές για τον ανταγωνισμό και τη νομισματική πολιτική. Αλλά εκείνος ο κόσμος τελείωσε και οι θεμελιώδεις δομές του καταρρέουν.
Σήμερα, δεν αρκεί να βασιζόμαστε στις αγορές: Χρειάζονται σημαντικές βιομηχανικές πολιτικές. Ο σεβασμός κανόνων αντικαταστάθηκε από τη χρήση στρατιωτικής ισχύος και οικονομικής δύναμης για εθνική προστασία. Το κράτος βασίλευσε ξανά.
Η Ευρώπη δεν είναι εξοπλισμένη για έναν κόσμο όπου η γεωοικονομία, η ασφάλεια και η σταθερότητα των προμηθειών έχουν προτεραιότητα έναντι της αποτελεσματικότητας. Ο πολιτικός μας οργανισμός πρέπει να προσαρμοστεί όταν οι συνθήκες είναι ζωτικής σημασίας—πρέπει να καταλήξουμε σε ευρωπαϊκή συναίνεση.
Η διάλυση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και η επιστροφή στην εθνική κυριαρχία θα μας έκανε ακόμη πιο ευάλωτους στις προσδοκίες των μεγάλων δυνάμεων.
Τα περασμένα επιτεύγματα ήταν απαντήσεις στις τότε προκλήσεις και δεν εγγυώνται ικανότητα να αντιμετωπίσουμε τις σημερινές. Η επίγνωση ότι η οικονομική ισχύς είναι απαραίτητη αλλά όχι αρκετή για γεωπολιτική δύναμη, δικαιούται να πυροδοτήσει πολιτικό διάλογο για το μέλλον της Ένωσης.
Η ΕΕ προσαρμόζεται στις ανάγκες του παρελθόντος. Αλλά η προσαρμογή στο νεοφιλελεύθερο παράδειγμα ήταν σχετικά εύκολη: Στόχος ήταν η απελευθέρωση της αγοράς και η μείωση της κρατικής αντίστασης. Η ΕΕ μπορούσε τότε να λειτουργεί κυρίως ως ρυθμιστής και διαιτητής, αποφεύγοντας την πολιτική ένωση.
Σήμερα, όμως, πρέπει να μεταμορφωθεί σε πρωταγωνιστή και όχι σε κομπάρσο. Η πολιτική δομή της πρέπει να αλλάξει μαζί με τη στρατηγική και οικονομική της ικανότητα. Οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις είναι αναγκαίες.
Μετά από 80 χρόνια από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η συλλογική άμυνα της δημοκρατίας θεωρείται αυτονόητη από γενιές που δεν την έζησαν. Η υποστήριξή τους στη ευρωπαϊκή πολιτική οικοδόμηση εξαρτάται σημαντικά από τις προοπτικές ανάπτυξης· τα τελευταία 30 χρόνια η ανάπτυξη στην ΕΕ είναι πιο χαμηλή από την παγκόσμια.
Η Έκθεση για την Ευρωπαϊκή Ανταγωνιστικότητα δείχνει παραδείγματα απώλειας εδάφους και έντονης ανάγκης για μεταρρυθμίσεις. Το κοινό στοιχείο είναι η ανάγκη πλήρους αξιοποίησης της ευρωπαϊκής διάστασης σε δύο βασικούς άξονες:
Εσωτερική αγορά: Το ενιαίο μανιφέστο αγοράς εγκρίθηκε πριν 40 χρόνια, ωστόσο υπάρχουν ακόμα σημαντικά εμπόδια στο εμπόριο εντός ΕΕ. Η εξάλειψή τους θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην ανάπτυξη. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι, αν τα εσωτερικά μας εμπορικά εμπόδια μειώνονταν στο επίπεδο των ΗΠΑ, η παραγωγικότητα στην ΕΕ θα αυξανόταν κατά περίπου 7% σε 7 χρόνια -ενώ η άνοδος της παραγωγικότητας τα τελευταία 7 χρόνια ήταν μόλις 2%.
Οι σημερινοί εμπορικοί φραγμοί ισοδυναμούν με 64% δασμό στα μηχανήματα και 95% στα μέταλλα—αποτέλεσμα: καθυστερημένοι διαγωνισμοί, αυξημένα κόστη και προμήθειες από εκτός ΕΕ, χωρίς να ενισχύεται η δική μας οικονομία.
Τεχνολογική διάσταση: Είναι σαφές ότι καμία χώρα που επιθυμεί ευημερία και κυριαρχία δεν μπορεί να αποκλειστεί από κρίσιμες τεχνολογίες. ΗΠΑ και Κίνα χρησιμοποιούν τον έλεγχο κρίσιμων πόρων και τεχνολογιών για γεωπολιτικά ανταλλάγματα—η υπερβολική εξάρτηση είναι ασύμβατη με την εθνική κυριαρχία. Κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν διαθέτει μόνο του τα μέσα να αναπτύξει τέτοιες βιομηχανικές δυνατότητες. Ο τομέας ημιαγωγών είναι χαρακτηριστικός: τα τσιπ είναι κρίσιμα για την ψηφιακή μετάβαση, αλλά η παραγωγή απαιτεί τεράστιες επενδύσεις. Στις ΗΠΑ, τα έργα αφορούν μόνον ελάχιστες εγκαταστάσεις με επενδύσεις $30–65 δις. Στην Ευρώπη, η κρατική στήριξη είναι κατακερματισμένη—προγράμματα 2–3 δις € το κάθε ένα, με αντικρουόμενες προτεραιότητες. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο προειδοποίησε πως είναι απίθανο η ΕΕ να επιτύχει το στόχο της εκτόξευσης του μεριδίου της στην παγκόσμια αγορά ημιαγωγών στο 20% ως το 2030 (από κάτω του 10% σήμερα).
Επομένως, είτε πρόκειται για την εσωτερική αγορά είτε για τεχνολογίες, καταλήγουμε στο μέγιστο ζητούμενο: Η ΕΕ πρέπει να κινηθεί προς νέες μορφές ολοκλήρωσης.
Ήδη υπάρχει δυνατότητα: όπως ένα καθεστώς 28ου κράτους, όπου συμφωνούμε σε ευρωπαϊκά έργα κοινού ενδιαφέροντος με κοινή χρηματοδότηση—προϋπόθεση για τεχνολογική και οικονομική αυτονομία.
Πριν χρόνια, εδώ μίλησα για καλό και κακό χρέος. Το κακό χρέος χρηματοδοτεί την κατανάλωση χωρίς μέλλον· το καλό χρηματοδοτεί στρατηγικές επενδύσεις και αύξηση παραγωγικότητας που αντισταθμίσουν το βάρος του. Σήμερα, σε πολλούς τομείς, αυτογενές καλό χρέος σε εθνικό επίπεδο δεν επαρκεί για επενδύσεις που δικαιολογούν το κόστος.
Μόνο κοινό ευρωπαϊκό χρέος μπορεί να υποστηρίξει μεγάλης κλίμακας έργα, όπως στην άμυνα, έρευνα & ανάπτυξη, ενέργεια/υποδομές, ξεχωριστές τεχνολογίες—υψηλού ρίσκου αλλά κρίσιμες για τη μετάβαση των οικονομιών μας.
O σκεπτικισμός μας βοηθά να βλέπουμε πίσω από τη ρητορεία, αλλά χρειάζεται και ελπίδα και εμπιστοσύνη στην ικανότητά μας να δράσουμε.
Ανήκετε σε μια Ευρώπη όπου τα εθνικά κράτη έχουν χάσει την κεντρική θέση. Έχετε μεγαλώσει ως Ευρωπαίοι σε έναν κόσμο όπου η μετακίνηση, το έργο και η μόρφωση σε άλλη χώρα είναι φυσική. Πολλοί αισθάνεστε ταυτόχρονα Ιταλοί και ΅Ευρωπαίοι· αναγνωρίζετε πως η Ευρώπη βοηθά τα μικρά κράτη να επιτύχουν μαζί ό,τι δεν μπορούν μόνα τους, ειδικά σ’ έναν κόσμο κυριαρχούμενο από υπερδυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα. Φυσικά, λοιπόν, ελπίζετε σε αλλαγή της Ευρώπης.
Η ΕΕ έχει αποδείξει πως ξέρει να προσαρμόζεται σε κρίσεις—όπως όταν καθιερώσαμε το κοινό χρέος μέσω του Next Generation EU ή στηρίξαμε ο ένας τον άλλον κατά την πανδημία. Έχουμε πετύχει γρήγορη εκστρατεία εμβολιασμού. Έχουμε δείξει πρωτοφανή ενότητα και συμμετοχή στην απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας.
Αλλά αυτά ήταν έκτακτες ανάγκες. Η πρόκληση τώρα είναι να δράσουμε το ίδιο αποφασιστικά σε κανονικές συνθήκες· σε κόσμο που δεν μας αντιμετωπίζει με κατανόηση, που δεν περιμένει τις τελετουργίες μας. Ένας κόσμος που απαιτεί διαφοροποίηση στόχων, χρόνων και τρόπων λειτουργίας. Η παρουσία των πέντε ευρωπαίων ηγετών και των προέδρων της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην πρόσφατη συνάντηση στον Λευκό Οίκο ήταν ένδειξη ενότητας, πιο ουσιαστική στα μάτια των πολιτών από αιώνιες συσκέψεις στις Βρυξέλλες.
Όσα από την προσαρμογή έγιναν έως τώρα προήλθαν από τον ιδιωτικό τομέα που έδειξε ανθεκτικότητα παρά την αστάθεια των νέων εμπορικών σχέσεων. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις υιοθετούν τεχνολογίες αιχμής, όπως τεχνητή νοημοσύνη, με ρυθμούς αντίστοιχους των ΗΠΑ. Η ισχυρή βιομηχανική βάση μπορεί να ανταποκριθεί σε αύξηση ζήτησης για εσωτερική παραγωγή.
Αυτό που έμεινε πίσω είναι ο δημόσιος τομέας, όπου οι αποφασιστικές αλλαγές είναι κρίσιμες.
Οι κυβερνήσεις πρέπει να αποφασίσουν πού να εστιάσουν τη βιομηχανική τους πολιτική. Να άρουν λογικά εμπόδια και να αναμορφώσουν τη διαδικασία αδειοδοτήσεων στον τομέα της ενέργειας. Να συμφωνήσουν πώς θα χρηματοδοτηθούν οι τεράστιες επενδύσεις—εκτιμάται ότι απαιτούνται 1,2 τρισ. ευρώ ετησίως. Και να διαμορφώσουν μια εμπορική πολιτική κατάλληλη για έναν κόσμο που εγκαταλείπει τους πολυμερείς κανόνες.
Με λίγα λόγια: Πρέπει να επανεκτιμήσουμε τον συλλογικό μας προσανατολισμό και να δράσουμε τώρα, όχι όταν είναι πλέον αργά.
Μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία της ευρωπαϊκής ηπείρου μας. Μετατρέψτε τον σκεπτικισμό σας σε δράση. Να ακουστεί η φωνή σας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, πρωτίστως, ένας μηχανισμός για την επίτευξη κοινών στόχων των πολιτών της. Είναι η καλύτερη ευκαιρία μας για ένα μέλλον ειρήνης, ασφάλειας, ανεξαρτησίας: Είναι μια δημοκρατία, και σε εσάς, τους πολίτες της Ευρώπης, ανήκει η ευθύνη να καθορίζετε τις προτεραιότητες.