του Παντελή Καψή, δημοσιογράφου
Η περίοδος που περνάμε σίγουρα δεν είναι η καλύτερη για να είναι κανείς ευρωπαϊστής. Να πιστεύει δηλαδή στην αναγκαιότητα της πολιτικής ενοποίησης της Ευρώπης ώστε να αποκτήσει γεωπολιτικό ρόλο ανάλογο της ιστορίας της και της οικονομικής της επιφάνειας
Μέσα στον τελευταίο χρόνο μια σειρά γεγονότων επιβεβαίωσαν τη ρήση του Θόδωρου Πάγκαλου ότι είναι ένας γίγαντας με πήλινα πόδια.
Την αδυναμία της Ευρώπης την εξέθεσε ο πρόεδρος Τραμπ. Η αρχή έγινε με το ΝΑΤΟ όπου εκούσες άκουσες όλες οι χώρες της Ένωσης, με εξαίρεση την Ισπανία, σύρθηκαν να αποδεχθούν την απαίτηση του Αμερικάνου προέδρου για αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ. Η οποία θα ήταν θετική αν εντασσόταν σε ένα σχέδιο αμυντικής αυτοδυναμίας. Δυστυχώς όλα δείχνουν ότι αποφασίστηκε μόνο και μόνο για να συνεχιστεί η αμερικανική «προστασία». Δεν υπήρξε η παραμικρή σχεδόν πρωτοβουλία που να δείχνει ότι εξετάζεται στα σοβαρά μια ενιαία ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική. Μεγάλα λόγια με μικρό αποτύπωμα.
Το επόμενο χτύπημα ήρθε με τους δασμούς. Κι εκεί η Φον Ντερ Λάιεν μίλησε για έτοιμο σχέδιο με φοβερά αντίμετρα στην αμερικάνικη εμπορική επίθεση. Αποδείχθηκαν λόγια του αέρα. Η Ευρώπη αποδέχθηκε μονομερή επιβολή δασμών σε μια σειρά προϊόντων κι έμεινε ικανοποιημένη επειδή αποφεύχθηκαν τα χειρότερα. Συνθηκολόγησε χωρίς καν να δώσει τη μάχη.
Το τρίτο χτύπημα το παρακολουθούμε τώρα. Ο Τραμπ διαπραγματεύεται την τύχη της Ουκρανίας με την ίδια την Ουκρανία αλλά και την Ευρώπη παθητικούς θεατές. Το χειρότερο είναι ότι οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, την ώρα που θεωρούν ότι η επιθετικότητα του Πούτιν συνιστά υπαρξιακή απειλή, δείχνουν ανίκανες να πάρουν τις απαραίτητες αποφάσεις που μια τέτοια απειλή καθιστά αναγκαίες. Δεν έχουν καταφέρει να συμφωνήσουν ούτε καν σε μια στρατιωτική δύναμη η οποία θα διασφάλιζε την τήρηση μιας συμφωνίας ειρήνευσης – αν υποθέσουμε ότι κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί. Εξακολουθούν να στηρίζονται και να εξαρτώνται από τις ΗΠΑ.
Κι όλα αυτά την ώρα όπου ο άλλος μεγάλος κίνδυνος είναι η τεχνολογική υστέρηση έναντι τόσο των ΗΠΑ όσο και της Κίνας. Ήδη η απόσταση από τις ΗΠΑ έχει μεγαλώσει δραματικά τα τελευταία χρόνια και αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο. Πρόσθετος κίνδυνος είναι η δημογραφική κατάρρευση που αντιμετωπίζουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες σε ένα περιβάλλον μάλιστα το οποίο γίνεται όλο και πιο εχθρικό στη μετανάστευση. Ο Μάριο Ντράγκι υπογράμμισε την ανάγκη πρόσθετων επενδύσεων 800 δις τον χρόνο ώστε να αντιμετωπιστεί αυτή η υστέρηση. Η Ευρώπη ωστόσο παραμένει μακριά από την επίτευξη ενός τέτοιου στόχου.
Με μια έννοια βέβαια όλα αυτά θα μπορούσαν να θεωρηθούν συμπτώματα ενός γενικότερου πολιτικού προβλήματος. Το οποίο είναι η αμφισβήτηση της Ευρώπης στο εσωτερικό της. Η άνοδος των εθνικιστικών, ξενοφοβικών, λαϊκιστικών δυνάμεων οι οποίες οδηγούν στην παραλυσία των πολιτικών ηγεσιών. Πρόκειται για έναν ιδανικό φαύλο κύκλο όπου η αμφισβήτηση οδηγεί στην αδυναμία λήψης ουσιαστικών πρωτοβουλιών με αποτέλεσμα ακόμα μεγαλύτερη αμφισβήτηση. Μια Ευρώπη η οποία δεν δείχνει βέβαιη για το τι θέλει και πολύ περισσότερο, όταν επιτέλους θέτει κάποιους στόχους, πώς να τους πετύχει.
Όσο για την Ελλάδα αποτελούμε μια μικρογραφία της Ευρώπης με ανάλογα προβλήματα σε πιο οξυμένη μορφή. Σίγουρα δίνουμε συχνά την εντύπωση ότι κι εμείς δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Μιλάμε για ανάπτυξη και αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου και την ίδια στιγμή εχθρευόμαστε κάθε εκσυγχρονιστική αλλαγή. Έχουμε μια κυβέρνηση η οποία ορκίζεται στις μεταρρυθμίσεις μόνο και μόνο για να βρεθεί μπλεγμένη σε ένα απόλυτα παλαιοκομματικό σκάνδαλο. Και μια αντιπολίτευση η οποία μοιάζει μοναδικό της όραμα να είναι η επιστροφή στο παρελθόν που μας οδήγησε στη χρεοκοπία. Δεν αποτελούν την καλύτερη εγγύηση για το μέλλον.