Ως μέλη εγκληματικής οργάνωσης διακίνησης ναρκωτικών, με κέρδη που ξεπερνούν τα πέντε εκατομμύρια ευρώ, κατηγορούνται πως είναι τέσσερις αστυνομικοί, οι οποίοι μαζί με τρία ακόμη άτομα συνελήφθησαν από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων.
Η έρευνα των «αδιάφθορων» ξεκίνησε από τις ξεχωριστές καταγγελίες σε βάρος δύο αστυνομικών, ο ένας εκ των οποίων υπηρετεί αυτή την περίοδο σε Τμήμα στο κέντρο της Αθήνας. Οι καταγγελίες αυτές κατέληξαν να γίνουν μία, καθώς οι δύο κατηγορούμενοι αποτελούσαν κεντρικά μέλη της σπείρας που «έσπρωχνε» ναρκωτικά, με το κέρδος να ξεπερνά το αστρονομικό ποσό των πέντε εκατομμυρίων ευρώ. Διαπιστώθηκε πως οι δύο συλληφθέντες αστυνομικοί είχαν συνομιλίες μεταξύ τους. Ένας από τους δύο υπηρετούσε στο παρελθόν σε κεντρική υπηρεσία του «ελληνικού FBI», από όπου υπάρχουν ενδείξεις πως αφαιρούσε ναρκωτικές ουσίες και στη συνέχεια τις πωλούσε στους χρήστες.
Στην οργάνωση είχαν ενεργό ρόλο τέσσερις αστυνομικοί, με έναν από αυτούς να είναι μάλιστα, σύμφωνα με τη δικογραφία των «αδιάφθορων», και ο αρχηγός της καλά δομημένης εγκληματικής ομάδας. Ο αστυνομικός ήταν επιφορτισμένος με την αναζήτηση και προμήθεια μεγάλων ποσοτήτων ναρκωτικών, ενώ είχε τον πρώτο λόγο στη διαπραγμάτευση τόσο για την τιμή αγοράς όσο και πώλησής τους, αποτελώντας την «συγκολλητική ταινία» μεταξύ των υπολοίπων μελών.
Τα μέλη της οργάνωσης επικοινωνούσαν τηλεφωνικά μεταξύ τους μόνο μέσω εφαρμογών (Signal, Viber), ενώ όταν έστελναν γραπτά μηνύματα, αμέσως τα διέγραφαν ή είχαν ενεργοποιήσει την αυτόματη διαγραφή τους.
Από την άρση του τραπεζικού απορρήτου, οι «αδιάφθοροι» διαπίστωσαν πως μέσω των τραπεζικών τους λογαριασμών διακινήθηκαν περισσότερα από 5.000.000 ευρώ, ποσό που θεωρούν βέβαιο πως προέρχεται από την πώληση ναρκωτικών.
Στον λογαριασμό του αρχηγικού μέλους, του αστυνομικού, τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν πιστωθεί περισσότερα από τρία εκατομμύρια ευρώ και σε αυτόν της συντρόφου του περισσότερα από ένα εκατομμύριο ευρώ.
Η ανακοίνωση της Αστυνομίας
Οκτώ συλλήψεις, μεταξύ των οποίων τεσσάρων αστυνομικών, κατόπιν σχετικών ενταλμάτων, πραγματοποιήθηκαν την Πέμπτη, 17 Ιουλίου 2025, μετά από επιχείρηση της Υπηρεσίας Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας, ως μέλη εγκληματικής οργάνωσης, που δραστηριοποιούνταν στη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Για τη διερεύνηση της υπόθεσης είχε προηγηθεί αξιολόγηση και συσχέτιση αυτοτελών καταγγελιών και προανακριτικών στοιχείων σχετικά με παράνομες δραστηριότητες Υπαξιωματικού [τελεί σε διαθεσιμότητα για έτερη υπόθεση] και Αξιωματικού της Ελληνικής Αστυνομίας, για την αποκάλυψη των οποίων, αξιοποιήθηκαν και στοιχεία που προέκυψαν από ειδικές ανακριτικές μεθόδους.
Από την περαιτέρω σταχυολόγηση και ανάλυση των στοιχείων που προέκυψαν, σε συνδυασμό με το λοιπό προανακριτικό υλικό, ταυτοποιήθηκαν –μεταξύ άλλων- οι συλληφθέντες καθώς και ένα ακόμη άτομο, το οποίο αναζητείται, με τομέα δράσης, τουλάχιστον από τον Οκτώβριο του 2023, τη διακίνηση ναρκωτικών ουσιών.
Στη δικογραφία περιλαμβάνονται -13- επιπλέον άτομα, μεταξύ των οποίων ένας ακόμη αστυνομικός, οι οποίοι κατηγορούνται για πράξεις εκτός πλαισίου δράσης της εγκληματικής οργάνωσης και συγκεκριμένα για –κατά περίπτωση- δωροληψία, εμπορία επιρροής και παραβίαση υπηρεσιακού απορρήτου.
Ειδικότερα, ως προς τον τρόπο δράσης της εγκληματικής οργάνωσης, προέκυψε ότι αρχηγικό ρόλο είχε ο τελών σε διαθεσιμότητα αστυνομικός, ο οποίος μεσολαβούσε για την προμήθεια σημαντικών ποσοτήτων ναρκωτικών και συντόνιζε τη διακίνησή τους, ενώ -6- μέλη της οργάνωσης αναλάμβαναν τη μεταφορά, την εκτίμηση ποιότητας και τη χρηματοδότηση των αγορών.
Μεταξύ των μελών χαρακτηριστική δράση είχαν δύο αστυνομικοί, οι οποίοι υπηρετούν στη Μύκονο και στην Αττική, αντίστοιχα. Ο πρώτος αναζητούσε, μαζί με το αρχηγικό μέλος, χρήματα για την αγορά ναρκωτικών προς περαιτέρω διακίνηση, ενώ ο δεύτερος προμήθευε το αρχηγικό μέλος με μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών και παρείχε συμβουλές αναφορικά με τη διαχείριση των υπόλοιπων μελών της οργάνωσης.
Από την έρευνα προέκυψε και η εμπλοκή Αξιωματικού της Ελληνικής Αστυνομίας, ο οποίος, ως μέλος εγκληματικής ομάδας που λειτουργούσε στο πλαίσιο της κύριας οργάνωσης, εκμεταλλευόταν την υπηρεσιακή του ιδιότητα και υπεξαιρούσε ναρκωτικές ουσίες, τις οποίες, μέσω άλλου μέλους, διοχέτευε στο αρχηγικό μέλος, για περαιτέρω διακίνηση.
Για την αποφυγή εντοπισμού τους, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, χρησιμοποιούσαν κρυπτογραφημένες εφαρμογές επικοινωνίας και άλλα μέσα απόκρυψης της δραστηριότητάς τους, ενώ χρησιμοποιούσαν και τραπεζικούς λογαριασμούς τρίτων για την απόκρυψη της ροής χρημάτων.
Ειδικότερα, τα μέλη της οργάνωσης προέβαιναν συστηματικά σε πίστωση υπέρογκων χρηματικών ποσών σε τραπεζικούς λογαριασμούς του αρχηγικού μέλους ή άλλων συνεργών, είτε μέσω τραπεζικών μεταφορών είτε με καταθέσεις μετρητών, με σκοπό τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Πιο αναλυτικά, διαπιστώθηκε ότι την τελευταία πενταετία πιστώθηκαν στους λογαριασμούς του αρχηγικού μέλους συνολικά 3.837.943,34 ευρώ, ενώ στους λογαριασμούς της συντρόφου του –επίσης μέλους της οργάνωσης– 1.032.027,28 ευρώ.
Τέλος, όσον αφορά τον τελούντα σε διαθεσιμότητα αστυνομικό, διακριβώθηκε επίσης η εμπλοκή του καθώς και -13- ακόμη ατόμων, ανάμεσα στους οποίους και -1- επιπλέον αστυνομικός, σε τουλάχιστον -8- περιπτώσεις δωροληψίας, -5- περιπτώσεις εμπορίας – επιρροής και -13- περιπτώσεις παραβίασης υπηρεσιακού απορρήτου.
Στο πλαίσιο της επιχείρησης, που πραγματοποιήθηκε σε περιοχές της Αττικής και της Μυκόνου, με τη συνδρομή αστυνομικών της Υποδιεύθυνσης Αστυνομίας Μυκόνου, διενεργήθηκαν έρευνες σε οικίες και οχήματα, όπου συνολικά βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
-4,3- κιλά ναρκωτικής ουσίας, πιθανόν κοκαΐνης,
ζυγαριά ακριβείας,
-20.900- ευρώ,
-14- κινητά τηλέφωνα και -13- φυσίγγια.
Οι συλληφθέντες οδηγούνται στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή.
protothema