Μια ο τζίτζικας να λοιδωρεί το καλοκαίρι και μια η θάλασσα να γίνεται επιτάφιος θρήνος του ήλιου καθώς βουτά και χάνεται στην άβυσσο της Μεσογείου.
Είναι και εκείνο το σύννεφο πάνω από το Αρτεμισίο που άλλοτε γίνεται βροχή και άλλοτε γίνεται μνήμη προγόνων με αρχοντικά πνιγμένα στις σκουριές της ατεκνίας.
Είναι και εκείνο το βαπόρι της γραμμής που άλλοτε φέρνει ψυχές και άλλοτε παίρνει απογοητευμένους νέους.
Είναι και ο άνεμος που θερίζει την άμμο στις ακτές της Περγάμου και κόβεται ο λώρος της ημέρας.
Όπως τότε που τρώγαμε καρπούζι με κουκούτσια στο ηλιοβασίλεμα και η ζάχαρη μας λύτρωνε το λαρύγγι και το κορμί από το λιοπύρι.
Ήταν τότε π’ άλλαζε το χρώμα στο δέρμα μας και γέμιζε η πλάτη μας γιαούρτι με νήσους ακατοίκητους. .
Είναι όμως και τώρα που ο τζίτζικας καρφώνει την μέρα στην τάβλα του ήλιου και οι γλάροι ψάχνουν να ζευγαρώσουν στα νερά.
Το σύννεφο και πάλι αρχίζει να ξεφτίζει εκεί ψηλά και το καρπούζι ούτε χρώμα ούτε γεύση έχει.
Τώρα είναι που το καλοκαίρι γίνεται Δεκέμβρης και ο χειμώνας γίνεται Αύγουστος.
Χειμωνιάτικο κι αυτό το θέρος.
Ελπίζεις τώρα ίσως σ’ έναν θερινό χειμώνα;
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Ξημερώματα και πάλι μέρες του καλοκαιριού
Φωτογραφία by Sissy Morfi