Του Θανάση Πετρόπουλου, Γραμματέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής
Το σκάνδαλο των παράνομων επιδοτήσεων βοσκοτόπων στην Ελλάδα δεν προέκυψε αιφνιδίως. Δεν ήταν αποτέλεσμα ενός λάθους. Ήταν το φυσικό επακόλουθο μιας σειράς πολιτικών επιλογών, νομοθετικών στρεβλώσεων και διαχειριστικών αποτυχιών που συστηματικά υπονόμευσαν τη διαφάνεια και τη νομιμότητα στη διαχείριση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Η αρχή έγινε το 2005, όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση ζήτησε από τα κράτη-μέλη την ψηφιακή αποτύπωση των βοσκήσιμων εκτάσεων, εισάγοντας έναν ενιαίο, αλλά ακατάλληλο για τα μεσογειακά δεδομένα, ορισμό «βοσκοτόπου». Το ελληνικό τοπίο, με τις θαμνώδεις και ξυλώδεις εκτάσεις, αποκλείστηκε από τον επιλέξιμο χάρτη, καθώς δεν πληρούσε τα πρότυπα της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης.
Η αποτυχία των ελληνικών κυβερνήσεων να πείσουν τις Βρυξέλλες για την αναγνώριση της ιδιαιτερότητας του μεσογειακού τοπίου βόσκησης, είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή προστίμων ύψους 650 εκατ. ευρώ. Παρότι το 2020 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δικαίωσε την Ελλάδα, υποχρεώνοντας την Ε.Ε. να επιστρέψει 466 εκατ. ευρώ, η πολυετής ζημία είχε ήδη πλήξει το κύρος της χώρας και την αξιοπιστία των μηχανισμών ελέγχου.
Το 2015, εν μέσω αδιεξόδων, θεσμοθετήθηκε η λεγόμενη «τεχνική λύση» μέσω της ΚΥΑ 873/55993. Πρόκειται για μια προσωρινή μεθοδολογία που υποκαθιστούσε το ελλιπές κτηματολόγιο και την απουσία κυρωμένων δασικών χαρτών, κατανέμοντας βοσκοτόπια εικονικά, χωρίς σύνδεση με την πραγματική γεωγραφία της εκμετάλλευσης. Με απλά λόγια, τα ζώα μπορούσαν να έβοσκαν στην Κρήτη, αλλά δηλώνονταν βοσκοτόπια στην Μακεδονία. Η λύση αυτή, αν και προσωρινή, μετατράπηκε σε θεσμική στρέβλωση που παραμόρφωσε πλήρως το σύστημα επιδοτήσεων.
Το 2017, ο Κανονισμός OMNIBUS (2017/2393) «νομιμοποίησε» στην πράξη αυτή τη στρέβλωση. Αναγνώρισε τις παραδοσιακές βοσκήσιμες εκτάσεις του Νότου, αλλά ταυτόχρονα επέτρεψε την επιδότηση ακόμη και φυσικών προσώπων που δεν διέθεταν ζώα, εφόσον δήλωναν την ιδιοκτησία ή τη χρήση βοσκοτόπων. Η θεσμική αυθαιρεσία πλέον είχε ευρωπαϊκή κάλυψη.
Το 2020, ο τότε Πρόεδρος του ΟΠΕΚΕΠΕ κατήγγειλε υποθέσεις παράνομων επιδοτήσεων. Το 2023, η προϊσταμένη Εσωτερικού Ελέγχου εντόπισε σωρεία παρατυπιών και ξεκίνησε εσωτερική έρευνα. Το 2024, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) παρενέβη και ο ΟΠΕΚΕΠΕ τέθηκε σε καθεστώς ευρωπαϊκής επιτήρησης από τη DG AGRI. Οι όροι αυτής της επιτήρησης ήταν αυστηροί: άμεση κατάθεση σχεδίου αποκατάστασης και αντιμετώπιση της υποστελέχωσης του οργανισμού, διαχωρισμό’ αρμοδιοτήτων από το ΥΠΑΑΤ, έλεγχος της διαχειριστικής διαπίστευσης και ενδεχόμενο αποκλεισμού από τη διαχείριση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων.
Οι έφοδοι της ΕΛ.ΑΣ. και της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στα γραφεία του ΟΠΕΚΕΠΕ στην Αθήνα και στην Κρήτη, αποκάλυψαν στο ευρύ κοινό, το εύρος του σκανδάλου. Διερευνώνται σύμφωνα με το δελτίο τύπου της EPPO παράνομες επιδοτήσεις που είχαν χορηγηθεί σε πρόσωπα χωρίς δικαιώματα ή χωρίς ζώα, σε περιόδους που εκτείνονται τουλάχιστον από το 2019 ως το 2022 με προεκτάσεις ως το 2024. Ένα καθεστώς που λειτουργούσε «εν πλήρει γνώσει» όσων είχαν πολιτική ευθύνη.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ είναι βαθύτατα πολιτικό.
Δεν είναι απλώς μια σειρά από «αστοχίες». Είναι η θεσμική αποτυχία του κράτους να διαχειριστεί με διαφάνεια και δικαιοσύνη τους ευρωπαϊκούς πόρους. Είναι το αποτέλεσμα της ανοχής, της ατιμωρησίας και της απουσίας πολιτικής βούλησης για ριζικές μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση.
Το ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής έχει προειδοποιήσει επανειλημμένως για τη στρέβλωση του μηχανισμού επιδοτήσεων, έχει καταθέσει προτάσεις για τη ριζική αναδιάρθρωση του ΟΠΕΚΕΠΕ και ζητά από την κυβέρνηση να αναλάβει επιτέλους την ευθύνη.
Δεν υπάρχει άλλος χρόνος για παλινωδίες. Ο ΟΠΕΚΕΠΕ πρέπει να μεταρρυθμιστεί από τη ρίζα: με θεσμική αυτονομία, επαναπιστοποίηση, διαχωρισμό αρμοδιοτήτων από το Υπουργείο, διαφανείς διαδικασίες πληρωμών και νέο πλαίσιο λειτουργίας βασισμένο στις αρχές της χρηστής διοίκησης.
Η εμπιστοσύνη του αγροτικού κόσμου έχει κλονιστεί. Είναι χρέος μας να την αποκαταστήσουμε. Με πράξεις, όχι με ευχολόγια.