Της Κατερίνας Σολωμού, μέλους Πολιτικού Κέντρου του ΠΑΣΟΚ
Σε ότι αφορά την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση Προανακριτικής Επιτροπής της Βουλής σε βάρος δύο πρώην Υπουργών Μεταφορών και εξι υφυπουργών της περιόδου 2016-2023, υπάρχουν μερικά δεδομένα στα οποία μπορούμε όλοι να συμφωνήσουμε.
Είναι σαφές ότι όλοι όσοι κατέλαβαν την ηγεσία του Υπουργείου την επίμαχη περίοδο ήταν πλήρως ενήμεροι για την επικίνδυνη κατάσταση στην οποία βρίσκονταν το σιδηροδρομικό δίκτυο. Καθώς επισημαίνεται στην πρόταση του ΠΑΣΟΚ, μόνο ο Κώστας Αχ. Καραμανλής είχε γίνει αποδέκτης 11(!) διαφορετικών εγγράφων, υπηρεσιακών σημειωμάτων και υπομνημάτων που του περιέγραφαν τα προβλήματα και τους ζητούσαν να λάβει μέτρα.
Ούτε ένα, ούτε δύο αλλά έντεκα.
Η αδιαφορία, η ολιγωρία και η αμέλεια είναι δεδομένες. Όμως το πραγματικό ερώτημα είναι αν συνιστούν έγκλημα και τι είδους έγκλημα με την ποινική σημασία της λέξης.
Επ’ αυτού το ΠΑΣΟΚ με την πρότασή του λέει κάτι πολύ καθαρό. Λέει πως πρέπει το ερώτημα να διερευνηθεί και να απαντηθεί από Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής.
Είναι αλήθεια ότι μέχρι σήμερα η εμπειρία από τις Εξεταστικές και της Προανακριτικές Επιτροπές της Βουλής δεν είναι θετική. Κατά κανόνα οι εκάστοτε πλειοψηφίες χειραγωγούν τις επιτροπές που εκδίδουν πορίσματα κατά το δοκούν με τα κόμματα της μειοψηφίας να εκδίδουν τα δικά τους πορίσματα και στο τέλος να μην γίνεται τίποτε.
Αλλά όταν έχουμε μια προβληματική λειτουργία της Βουλής, η απάντηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η παράκαμψη του κοινοβουλίου. Διότι μια τέτοια επιλογή, όπως έκανε η Νέα Δημοκρατία στην περίπτωση Τριαντόπουλου, υποσκάπτει καίρια την ουσία της Δημοκρατίας.
Εδώ μιλάμε για τις ενδεχόμενες ποινικές-κακουργηματικές ευθύνες Υπουργών. Η παράκαμψη της Βουλής, για λόγους κομματικού συμφέροντος της Νέας Δημοκρατίας, από τη διερεύνηση των πιθανών ευθυνών τους θα είναι ένα ιδιαίτερο έγκλημα σε βάρος της κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας.