Η είδηση ότι ένα κορίτσι μόλις 18 ετών δέχτηκε επίθεση στα Χανιά με καυστικό υγρό το βράδυ της Τετάρτης θύμισε την υπόθεση της Ιωάννας. Η κοπέλα μεταφέρθηκε άμεσα στο νοσοκομείο, ενώ όπως αποδείχτηκε δράστης είναι ένας 56χρονος άνδρας που δεν γνώριζε καν την κοπέλα, ενώ την ψέκασε με αποσμητικό χώρου στα μάτια…
Παρά το γεγονός ότι αυτή τη φορά απετράπησαν τα χειρότερα, τα περιστατικά επιθέσεων με βιτριόλι φαίνεται να έχουν πάρει τη μορφή χιονοστιβάδας μετά την αποτρόπαια απόπειρα δολοφονίας της Ιωάννας Παλιοσπύρου με βιτριόλι τον Μάιο του 2020.
Μάλιστα, μόλις πριν λίγες μέρες, τη Δευτέρα, ένας 58χρονος επιτέθηκε με καυστικό υγρό σε 64χρονη, οι δυο τους φέρεται να διατηρούσαν σχέση, έξω από το Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας. Η γυναίκα μεταφέρθηκε με εγκαύματα στο Αττικό Νοσοκομείο, ενώ ο 58χρονος συνελήφθη άμεσα.
Τον Απρίλιο ένας άνδρας δεν δίστασε να ρίξει καυστικό υγρό στην 4 μηνών έγκυο σύντροφό του στην Κυψέλη. Η κοπέλα γλίτωσε με ελαφρά εγκαύματα, ενώ λίγες μέρες μετά συνελήφθη ο 25χρονος πρώην σύντροφός της.
Ωστόσο, μια από τις υποθέσεις που συγκλόνισε το πανελλήνιο τον Ιούνιο του 2021 ήταν όταν ένας ιερέας επιτέθηκε με βιτριόλι κατά αρχιερέων στη Μονή Πετράκη. Ο ιερέας είχε καθαιρεθεί από την ενορία του και γινόταν συνοδικό δικαστήριο εις βάρος του, όταν έβγαλε από τα ράσα το μπουκάλι με το βιτριόλι και περιέλουσε τους αρχιερείς…
Τα κίνητρα πίσω από τις επιθέσεις με καυστικό υγρό
Η μάστιγα των επιθέσεων με βιτριόλι ανησυχεί την κοινωνία και την αστυνομία, που «βλέπει» μιμητές του εγκλήματος κατά της Ιωάννας. Η ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια, Βέρα Αθανασίου, προσπαθεί να εξηγήσει τους λόγους που κάποιος μπορεί να οδηγηθεί σε ένα τέτοιο ειδεχθές έγκλημα: «Συνήθως τέτοιου είδους επιθέσεις μπορούν να οφείλονται σε διάφορους παράγοντες, δεν μπορούμε να βρούμε έναν μόνο, είναι θέμα προσωπικότητας, είναι θέμα αν υπάρχει κάποια ψυχιατρική διαταραχή».
Σημείωσε ότι «σε περιπτώσεις που υπάρχει ψυχιατρική διαταραχή μπορεί να υπάρχει παρανοϊκή σκέψη, αλλά στις περιπτώσεις που υπάρχει σώας τας φρένας, το άτομο μπορεί να έχει τέτοια δομή προσωπικότητας, όπου στο κομμάτι της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας ονομάζουμε ψυχοπαθητική προσωπικότητα. Το άτομο με τέτοια συμπεριφορά μπορεί να τελέσει κάποιο έγκλημα επειδή δεν έχει καμία συναίσθηση ή μπορεί να καταλαμβάνεται από μια ανάγκη να έχει τον έλεγχο και ναρκισσιστικά, να προσπαθεί να εκπληρώσει τους δικούς του σκοπούς, που μπορεί να μην ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Δεν μπορούμε να βάζουμε όλα τα περιστατικά και όλα τα γεγονότα στην ίδια κατηγορία λέγοντας πως όλα έχουν την ίδια αιτία. Η αιτία είναι διαφορετική ανάλογα με το περιστατικό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάθε φορά».
Η ψυχολόγος, Βέρα Αθανασίου, επισημαίνει τα διαφορετικά κίνητρα τα οποία μπορεί να έχει ο εκάστοτε δράστης: «Ο τύπος του εγκλήματος πάλι μπορεί να έχει διαφορετικά κίνητρα και να συμβολίζεται διαφορετικά από το ίδιο το άτομο, παρόλα αυτά έχει να κάνει με την εικόνα. Πότε ταυτίζουμε ένα άτομο με την εικόνα του; Το δέρμα έχει να κάνει και με το άγγιγμα, με την επαφή με το χάιδεμα, όλα αυτά το θύμα θα τα χάσει. Βέβαια όλα αυτά ενδεχομένως να μην είναι συνειδητή σκέψη του θύτη, δηλαδή να μην σκέφτεται ο θύτης ότι θα χάσει το χάιδεμα ή ότι θα χάσει το άγγιγμα το θύμα. Συνειδητό είναι βέβαια ότι θα χάσει την εικόνα και αυτό δείχνει και έναν συνεχή έλεγχο του θύτη επί του θύματος. Έτσι το βιώνει ο θύτης όχι το θύμα επειδή τα αποτελέσματα της δράσης, ουσιαστικά μένουν ανεξίτηλα στον χρόνο πάνω στο θύμα δυστυχώς».
«Η βλάβη που θέλει να προξενήσει είναι ανεπανόρθωτη»
Η ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια Κωνσταντίνα Αρβανίτη αναφέρει τη δική άποψη τονίζοντας ότι συνήθως σε τέτοιες υποθέσεις φαίνεται να μην υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στην λογική και τις ηθικές αρχές του δράστη: «Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να παρατηρήσουμε και να εκφέρουμε κάποιες υποθέσεις ως προς τους παράγοντες που φαίνεται να μην βρίσκονται σε ισορροπία, στον ψυχικό κόσμο του θύτη, ο οποίος καταλήγει να διαπράξει ένα έγκλημα με αυτό τον ειδεχθή τρόπο. Σε αυτό το σημείο μπορούμε να σταθούμε στον διαταραγμένο συναισθηματικό χώρου του ατόμου, που διαπράττει κάτι τέτοιο. Φαίνεται λοιπόν να μην υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στην λογική, τις ηθικές αρχές και την οργή που βιώνει το άτομα συσσωρευμένα, ώστε να πράξει κατά αυτό τον τρόπο».
Η κ. Αρβανίτη συνεχίζει λέγοντας πως: «Πολλοί μπορεί να βιώσουμε οργή αλλά ουσιαστικά οι συνισταμένες που εμείς οι ειδικοί θωρούμε ότι έρχονται λίγο να καταστείλουν το συναίσθημα και να μπορέσει να γίνει πιο διαχειρίσιμο από την πλευρά του ατόμου, είναι οι ηθικοί κανόνες είναι η λογική επεξεργασία των πραγμάτων και δεν μας αφήνουν να μπούμε σε μια διαδικασία να διαπράξουμε έγκλημα η λανθασμένες πράξεις. Στις επιθέσεις αυτές που χρησιμοποιείται καυστικό υγρό ο θύτης φαίνεται να θέλει να προξενήσει μια βλάβη, μια ανεπανόρθωτη βλάβη για την υπόλοιπη ζωή του θύματος».
«Ίσως θέλει να τιμωρήσει το θύμα για κάτι, σε αυτές τις περιπτώσεις ο θύτης θέλει να προκαλέσει πόνο γιατί στο παρελθόν έχει εισπράξει πόνο, όχι απαραίτητα από το άτομο στο οποίο εγκληματεί. Ο πόνος αυτός δεν σημαίνει μόνο σωματικός αλλά τις περισσότερες φορές ψυχικός. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τα κίνητρα της κάθε επίθεσης με οξύ, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε ότι η βλάβη που θέλει να προξενήσει είναι ανεπανόρθωτη για την μετέπειτα ζωή του ατόμου, δηλαδή να ζήσει μεν αλλά να έχει μια ανεπανόρθωτη βλάβη, με έναν τρόπο τέτοιο που θα του προξενεί του θύματος συνέπειες γενικότερα στην ζωή του. Κάνει δηλαδή το θύμα να βιώνει συνέπειες σε πολλαπλά επίπεδα της ζωής του και στην εξωτερική εμφάνιση» τονίζει η ψυχολόγος Κωνσταντίνα Αρβανίτη.
Επισημαίνει, δε, πως μπορεί να υπάρχει μιμητική συμπεριφορά τέτοιων επιθέσεων: «Είναι πολύ λυπηρό να φαίνεται ότι υπάρχει μια έξαρση αυτού του φαινομένου, ωστόσο θα σας πω ότι είμαστε όντα τα οποία λειτουργούμε με βάση την μίμηση, μαθαίνουμε να μιλάμε επειδή μιμούμαστε ηχοχρώματα για παράδειγμα από τους γονείς. Είναι πολλά τα πράγματα τα οποία μιμούμαστε στην ζωή μας, έχουμε μάθει να λειτουργούμε έτσι».
Σημαντικό ρόλο παίζει η δημοσιότητα που λαμβάνουν αυτές οι υποθέσεις λέει η κ. Αρβανίτη: «Επομένως κάτι που παίρνει τόση μεγάλη δημοσιότητα θα το ακούσουν πολλά αυτιά εγώ εσείς και κάποιοι άλλοι οι οποίοι θα στενοχωρηθούν , οι οποίοι θα προσπαθήσουν να μεταφέρουν αυτό το κομμάτι στα παιδιά τους αύριο μεθαύριο ως πρότυπο όχι μίμησης αλλά αποφυγής. Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι οι οποίοι θα το μιμηθούν και θα το χρησιμοποιήσουν με λανθασμένο τρόπο γιατί η είδηση πάει σε όλους και σε αυτούς που μπορούν να το διαχειριστούν και σε αυτούς που δεν μπορούν».