Σε ελεύθερη πτώση τα ταμεία των κινηματογράφων λόγω κρίσης και πειρατείας

Mόλις 9 εκατομμύρια θεατές έκοψαν εισιτήριο από πέρυσι τον Αύγουστο

Χάος απροσμέτρητο. Στις προτιμήσεις των 9 εκατομμυρίων θεατών αυτής της χρονιάς. Το κριτήριο του μέσου Ελληνα θεατή εντελώς ασύμμετρο σαν τις ασύμμετρες απειλές που καταγγέλλει η κυβέρνηση... Μπροστά στα παράδοξα των κινηματογραφικών ταμείων, η εκλογική εκτόξευση του Αλέξη Τσίπρα στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 μοιάζει με Μίκυ Μάους. 

Φανταστείτε ότι στις τρεις πρώτες θέσεις του ελληνικού Box Office της (κινηματογραφικής) χρονιάς από τον Αύγουστο του 2017 μέχρι σήμερα συνευρίσκονται οι πλαστικοί υπερήρωες της Marvel. Δηλαδή οι «Εκδικητές». Μαζί με την Αγκάθα Κρίστι του «Οριάν Εξπρές» και το animation με την ονομασία «Εγώ, ο απαισιότατος». Το χαρακτηριστικό του Σινέ Χρηματιστηρίου αυτής της περιόδου είναι ότι και οι τρεις πρώτες σε εισπράξεις ταινίες με το ζόρι ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο εισιτήρια. Που σημαίνει ότι οι μετοχές του, ακόμα και τα blue chips, βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση. Οταν φυσικά συγκριθούν με τις αντίστοιχες πρώτες ταινίες περασμένων ετών. Τότε δηλαδή που οι εμπορικές ταινίες κατήγαν θριάμβους επιπέδου από 600.000 μέχρι 500.000 εισιτηρίων. 
Αυτό εξηγείται από τρεις παράγοντες: 

■ Ο πρώτος είναι η οικονομική κρίση.
■ Ο δεύτερος η πειρατεία. Ανεξέλεγκτη και απροσμέτρητη. Που μαζί με το κατέβασμα ταινιών από το Netflix περιορίζει σημαντικά την προσέλευση θεατών.
■ Ο τρίτος το εμπόρευμα.
Το μείγμα είναι περίπου εκρηκτικό. Αν υπολογίσει κανείς ότι η απόδοση του συνολικού προϊόντος κατέληξε σε πτώση γύρω στο 3%. «Λίγο είναι, σχεδόν στα ίδια με την περσινή χρονιά», ισχυρίζονται οι άνθρωποι της αγοράς.

Ποιο όμως είναι αυτό το «εμπόρευμα»; Μπας και το δέλεαρ είναι τα ονόματα; Λάθος. Μεγάλο λάθος. Τα μεγάλα ονόματα παίζουν υποστηρικτικό ρόλο. Αλλωστε είναι τόσα πολλά. Και άλλωστε μία από τις πρωτοκλασάτες καλοκαιρινές αμερικανικές κομεντί, το «Book Club» με τις τρεις Χάριτες Τζέιν Φόντα, Νταϊάν Κίτον και Κάντις Μπέργκεν, κατέληξε στον βυθό του Αιγαίου. Μόνο 10.000 θεατές. Και αυτοί, εξερχόμενοι από τις αίθουσες, προειδοποιούσαν τους άλλους «μην κάνεις τη βλακεία να κόψεις εισιτήριο, θα χάσεις τα λεφτά σου».

Ποιο, λοιπόν, είναι το κριτήριο και ποιο το δέλεαρ; Το κοινό είναι μοιρασμένο σε τρία κόμματα. Το πρώτο, το ανώτερο, το ισχυρότερο, είναι το μεγάλο, ακατανίκητο γήπεδο της πιτσιρικαρίας. Αυτή είναι και η «Νέα Δημοκρατία των ταμείων». Η μερίδα του λέοντος.

Οσο πιο κάτω, ηλικιακά, σουλατσάρει μια κινηματογραφική ιστορία τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει να αλιεύσει από το μεγάλο πλήθος της πιτσιρικαρίας. Και μάλιστα από το προνομιακό πεδίο των multiplexes. Οπως, ας πούμε, τα Village. Απόδειξη; Μα, φυσικά οι «Εκδικητές». Μα, φυσικά «Εγώ, ο απαισιότατος». Αυτή η πολυπληθής μαρίδα που τα Σαββατοκύριακα μπαινοβγαίνει στις αίθουσες και στα εμπορικά κέντρα (malls) με τη φιλοδοξία να συναντηθεί με τους υπερήρωες της Marvel ή έστω με κάποιο από τα επεισόδια του «Star Wars».

Από κοντά και οι μικροί τρόφιμοι βρεφονηπιακών σταθμών, νηπιαγωγείων και δημοτικών σχολείων. Από κοντά και οι μαμάδες που συνοδεύουν αυτούς του λιλιπούτειους ψηφοφόρους κινούμενων σχεδίων. Από κοντά και μερικές γιαγιάδες που συνοδεύουν τους μπόμπιρες στα κινούμενα σχέδια made in USA. Οσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό, ο μεγάλος όγκος των εισπράξεων προέρχεται από τα πιτσιρίκια. Αυτά ψηφίζουν. 

H μαρίδα είναι το target group του Χόλιγουντ. Οταν όμως μια τέτοια ταινία εκτρέπεται του αρχικού προορισμού της, τότε πατώνει στα ταμεία. Τα πιτσιρίκια ενημερώνονται από το Internet. Και έτσι γνωρίζουν άριστα αν το τελευταίο επεισόδιο μιας αγαπημένης τους κινηματογραφικής σειράς ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τους.

Παράδειγμα; Το μεγαλειώδες γκρέμισμα του «Solo: A Star Wars Story». Πάτωσε. Εντελώς. Με το ζόρι 47.000 θεατές. Τίποτα. Οσο μια φεστιβαλική ιστορία σκληρής κουλτούρας.

Γιατί; Μα επειδή αυτό το επεισόδιο είναι σκοτεινό και κάπως διαφορετικό. Και συμβαίνει το εξής σουρεαλιστικό: η κριτική το αγάπησε, η πιτσιρικαρία το περιφρόνησε.

Το... κόμμα της Φώφης 

Το δεύτερο κόμμα αποτελείται κυρίως από γυναικείο πληθυσμό. Γενικά το μέτωπο των καταναλωτών στο κινηματογραφικό θέαμα, όπως και στο εμπόριο, συγκροτείται από δύο μερίδες θεατών. Από τα παιδιά και τους εφήβους και από τις γυναίκες. «Αν η ταινία αρέσει στη γυναίκα, τότε θα σκίσει στα ταμεία». Αυτή η επωδός όλων των ανθρώπων που κόβουν εισιτήρια στις πόρτες. Οι πορτιέρηδες. Αυτοί γνωρίζουν. Θυμάμαι τον Γιώργο Παπαντωνίου του (παλιού) «Εμπασσυ» που μου έλεγε: «Βλέπεις τον κύριο Ράλλη;». «Τον βλέπω», του έλεγα, «Ε, λοιπόν, να ξέρεις πως τον σέρνει η γυναίκα του»! Οι γυναίκες σέρνουν τους άντρες στις αίθουσες. Του δεύτερου κόμματος. Του «κεντρώου» ας πούμε. Γι’ αυτό και κινηματογραφικά θεωρείται συμβολική και η τοποθέτηση της Φώφης Γεννηματά στην ηγεσία του ΚΙΝ.ΑΛ.

Το «κόμμα των κεντρώων» τροφοδοτεί με εισιτήρια τις οσκαρικές ταινίες. Αυτές που θεωρούνται «εμπορικο-καλλιτεχνικές» . Ανάμεσα στις εισπράξεις των πρώτων δέκα ταινιών και των οσκαρικών μεσολαβεί χάος. Οι δέκα πιο εμπορικές έκοψαν συνολικά 2.695.000 εισιτήρια. Οι δέκα φετινές οσκαρικές έκοψαν 924.000. Τρεις φορές περισσότερους θεατές οι δέκα πρώτες εμπορικές. Ομως και εδώ υπάρχουν διαφορές. Ο Ελληνας θεατής δεν υπακούει ακριβώς στο promotion του Χόλιγουντ. Ο Ελληνας θεατής διαθέτει τη σχετική του αυτονομία. Παράδειγμα; «Η μορφή του νερού» που κέρδισε πέντε Οσκαρ, και ανάμεσά τους αυτό της Καλύτερης Ταινίας, κατέληξε στην έκτη θέση των οσκαρικών εισιτηρίων. Δεν άρεσαν τόσο όσο η πολεμική «Δουνκέρκη» και το δημοσιογραφικό πολιτικό θρίλερ «The Post: Απαγορευμένα μυστικά» με Τομ Χανκς και Μέριλ Στριπ. Αλλωστε, και αυτό είναι αποκαλυπτικό της σχετικής αυτονομίας και ιδιαιτερότητας των ψηφοφόρων του «κεντρώου κόμματος»: το «The Post», αν και υποψήφιο, τελικά δεν απέσπασε ούτε μισό Οσκαρ. Ομως άρεσε περισσότερο στο ελληνικό ώριμο κοινό. Οπως άρεσαν περισσότερο από τη «Μορφή του νερού» η «Αόρατη κλωστή» με Ντάνιελ Ντέι Λιούις, και η «Πιο σκοτεινή ώρα» με Γκάρι Ολντμαν σε ρόλο Γουίνστον Τσόρτσιλ. Και οι «Τρεις πινακίδες έξω από το Εμπινγκ στο Μιζούρι» με τη γερασμένη πλην όμως ταλαντούχα Φράνσις ΜακΝτόρμαντ. Εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε!

Το Κέντρο και η Αριστερά Κινούμενη Αμμος 

Στην τρίτη θέση το «κόμμα της Αριστεράς». Δηλαδή της κουλτούρας. Αλλά και εδώ οι οπαδοί μετακινούνται με φοβερή ευκολία. Ο ίδιος θεατής (κυρίως από τον γυναικείο πληθυσμό) τη μια στιγμή θα δει το αμερικανικό, αλλά στο βάθος αντιαμερικανικό «Τρεις πινακίδες». Την άλλη θα πάει «Καζαντζάκη». Την παράλλη στο αριστερό «Τελευταίο σημείωμα». Υστερα θα πάει στο συστημικό «Η πιο σκοτεινή ώρα» με τον Τσόρτσιλ. Και κάπου στο βάθος θα φλερτάρει με κάποια γαλλική κομεντί, με κάποιο θρίλερ από την Αργεντινή, αλλά και με το κοσμοπολίτικο «Η συμμορία των οκτώ». Αντε τώρα να πιάσεις και να κατανοήσεις τα γούστα του μέσου Ελληνα κινηματογραφικού ψηφοφόρου. Μεταξύ μας αρκετές από τις κυρίες που επισκέφτηκαν και καταχάρηκαν με τα αντιαμερικανικά σχόλια στις «Τρεις πινακίδες έξω από το Εμπινγκ» έριξαν και μια ματιά στο ημι-πορνό και ημι-αισθησιακό «Πενήντα αποχρώσεις του γκρι: Απελευθέρωση».

Οι δύο εκπλήξεις της χρονιάς 

Δύο οι μεγάλες εκπλήξεις της χρονιάς. Η πρώτη αφορά την περίπτωση μιας ιστορίας μυστηρίου της Αγκάθα Κρίστι με την πασίγνωστη επωνυμία «Εγκλημα στο Οριάν Εξπρές». Θρίαμβος εξωφρενικός με 355.000 εισιτήρια. Οι αιθουσάρχες έκλαιγαν από χαρά. Ο εταιρειάρχης Μάνος Κρεζίας (Οdeon) δεν πίστευε στα μάτια του. Και οι θεατές εξερχόμενοι έμοιαζαν σαν να είχαν κερδίσει τον πρώτο λαχνό στο ΛΟΤΤΟ. Αυτό κι αν καταδεικνύει την ιδιαιτερότητα του Νεοέλληνα θεατή. Ικανός για το πιο απίστευτο. Μια τόσο παλιομοδίτικη ιστορία κατάφερε να κόψει μόλις 10.000 λιγότερα εισιτήρια από τους «Εκδικητές» και τους super heroes της Marvel που απευθύνονται αποκλειστικά στην πιτσιρικαρία. Η εκδίκηση της γυφτιάς των σαρανταφεύγα και άνω!

Η δεύτερη έκπληξη αφορά την ελληνική κωμωδία «The Bachelor». Ο σκηνοθέτης Αντώνης Σωτηρόπουλος παντελώς άγνωστος στο ευρύτερο κοινό. Ασε που είναι πρωτοεμφανιζόμενος. Η σεναριογράφος Ρένα Ρίγγα παντελώς άγνωστη κι αυτή. Και το cast συνηθισμένο, από Γιάννη Ζουγανέλη, Γιάννη Τσιμιτσέλη (ο αθεόφοβος, εμφανίζεται παντού ως ο πιο χρήσιμος και ελκυστικός «μαϊντανός»), Κατερίνα Γερονικολού και Αποστόλης Τότσικας. Το στόρι θυμίζει ελληνική ρεπλίκα του «Hangover». Οι κριτικοί, ακόμα και οι πλέον ανεκτικοί, έγραψαν από χλιαρά έως χλευαστικά. Οπως, ας πούμε, «τηλεοπτική συνταγή με γυμνασιακό χιούμορ». Ομως ο μέσος θεατής όρμησε και στο τέλος πρώτο το «Bachelor» στις προτιμήσεις των θεατών. Μωρέ, δεν πά’ να λένε. Εμείς εκεί.

Πράγμα που δεν συνέβη με το «Success story» του καθ’ ύλην ειδήμονα περί της κωμωδίας Νίκου Περάκη. Ανθρακας ο θησαυρός. Success όπως του Τσίπρα, ας πούμε!
Κοντά με το big havale και το «Bachelor», ο «Καζαντάκης» του Γιάννη Σμαραγδή. Που υπό «κανονικάς συνθήκας», που λένε, που χωρίς τη μαρκίζα με το θρυλικό όνομα του συγγραφέα ενός «Ζορμπά», ζήτημα είναι αν 10.000 νοματαίοι θα καταδέχονταν να επισκεφτούν μια τόσο κακοφτιαγμένη παραγωγή. Και από κοντά η εκτέλεση των κομμουνιστών την Πρωτομαγιά του 1944 στην Καισαριανή με το «Τελευταίο σημείωμα» του Παντελή Βούλγαρη. Συνολικά 618.000 οι θεατές των τριών πρώτων (σε εισπράξεις) ταινιών made in Greece. Οι επιδόσεις χαμηλές. Αν σκεφτεί κανείς ότι κάποτε οι πιο εμπορικές ελληνικές παραγωγές άρχιζαν από 700.000 και μερικές έπιαναν ταβάνι του 1,4 εκατομμυρίου θεατών. Περασμένα μεγαλεία. Οπως μεγάλη μερίδα των πολιτών γυρίζει την πλάτη του στα κόμματα, έτσι και εδώ. Ολο και πιο λίγοι θεατές!

Cinema never dies

Ενα από τα πιο εξωφρενικά της ελληνικής ιδιαιτερότητας είναι το ασυγκράτητο πλήθος των διανομέων. Κόντρα στην κρίση, κόντρα στις χαμηλές εισπρακτικές πτήσεις. Κόντρα σε όλα. Ακόμα και η αίθουσα «Δαναός» αγοράζει και διανέμει ταινίες. Ο αριθμός ατελείωτος. Οπως συμβαίνει με τα ελληνικά κόμματα. Μία εξ αυτών, η Weird Wave, που κατέχει και την αίθουσα «Αστορ» κατάφερε το αδιανόητο: να κόψει μόλις 60.000 εισιτήρια από 20-25 ταινίες δικής της διανομής. Η διαίρεση ταινιών με αριθμό εισιτηρίων είναι απελπιστική. Πώς βγαίνει; Τι συμβαίνει; Ουδείς γνωρίζει…

 Τέσσερα τα «κόμματα», δηλαδή εταιρείες διανομής που με τους «υποψηφίους» τους, τις ταινίες τους, εξασφαλίζουν τη συντριπτική πλειοψηφία των «ψηφοφόρων», των θεατών. Κατά σειρά εισπράξεων: Odeon (συμφερόντων Μάνου Κρεζία), Feelgood, UIP (αποκλειστικά αμερικανική) και Tanweer (ιδιοκτησίας Λιβανέζου). Τα δικαιώματα είναι τριπλά. Και για διανομή στις αίθουσες. Και για DVD (ένα σπορ που έχει εγκαταλειφθεί και περιθωριοποιηθεί). Και για την τηλεόραση. Κυρίως την ιδιωτική. 
Το συμπέρασμα ενθαρρυντικό. Οσο κι αν η τεχνολογία παρέχει ελευθερία στην πρόσβαση. Οσο κι αν τα εισιτήρια να πέφτουν. Οσο κι αν η κρίση να αποτρέπει. Never mind. Το σινεμά, όπως και τα κόμματα, ποτέ δεν πεθαίνει!

ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΑΡΘΡΑ