Αναγκαία η αποκλιμάκωση της ανεργίας

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΒΕΛΗ, ΣΤΕΛΕΧΟΣ ΤΟΜΕΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Ν.Δ

Πολύς λόγος γίνεται τελευταία, για την σταδιακή πτώση της ανεργίας. Ας δούμε όμως κάποια χαρακτηριστικά της διαμορφούμενης κατάστασης και κυρίως αν είμαστε σε θέση να κάνουμε λόγο για αποκλιμάκωση της ανεργίας.

Οι νέοι εγκαταλείπουν την Ελλάδα και βελτιώνουν τα ποσοστά απασχόλησης. Η καθημερινότητα των νοικοκυριών προκαλεί οργή και θλίψη απέναντι στην ευημερία των ποσοστών. Το μεγαλύτερο πρόβλημα στην ελληνική κοινωνία είναι η ανεργία και μέσα στον βάλτο της ανεργίας το χειρότερο βύθισμα προκαλεί η μακροχρόνια ανεργία. Μακροχρόνια άνεργοι θεωρούνται οι πολίτες που έχουν παραμείνει χωρίς δουλειά για διάστημα άνω των 12 μηνών. Το 72,9% του συνόλου των καταγεγραμμένων ανέργων στην Ελλάδα, το 2017, ήταν μακροχρόνια άνεργοι και το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο κατά περίπου μία ποσοστιαία μονάδα σε σχέση με το 2016. Η πλειοψηφία των μακροχρόνια ανέργων στην Ελλάδα είναι γυναίκες. Ακόμη πιο οδυνηρή αριθμητική πλειοψηφία αποτελούν επίσης όσοι παραμένουν άνεργοι για διάστημα μεγαλύτερο των 48 μηνών, περισσότερο από 2 χρόνια εκτός οικονομικής δραστηριότητας. Όσο παρατείνεται η διάρκεια της ανεργίας, απαξιώνονται οι δεξιότητες των ατόμων και αυξάνεται η πιθανότητα να αποσυρθούν από την αγορά εργασίας, γεγονός που ενισχύει τον κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού, φτώχειας και αύξησης των ανισοτήτων.

·         Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η μακροχρόνια ανεργία αντιμετωπίζεται με την δια βίου εκπαίδευση και την καλύτερη αντιστοίχιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.

·         Στην Ελλάδα, το πρόβλημα αντιμετωπίζεται μόνο με επιδόματα, τη στιγμή που η χώρα χρειάζεται επειγόντως την εφαρμογή ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης.

Στην ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδας καταγράφεται η εκτίμηση πως η ανεργία θα μειωθεί κάτω… από το 20% φέτος, αλλά οι μακροχρόνια άνεργοι αντιστοιχούν στο 15,6% του εργατικού δυναμικού σε σύγκριση με το 3,4% που είναι ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ενωμένη Ευρώπη.

Όσον αφορά την ποιότητα των θέσεων εργασίας στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με την όποια αύξηση της απασχόλησης, επισημαίνεται η σημαντική συμβολή που είχαν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις των προηγούμενων ετών, οι οποίες περιόρισαν τις δυσκαμψίες στην αγορά εργασίας, επέτρεψαν τη μεγαλύτερη κινητικότητα των εργαζομένων και διατήρησαν το κόστος εργασίας σε χαμηλά επίπεδα. Αξιόλογο μέρος της αύξησης της απασχόλησης, οφείλεται στην ευρεία χρήση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, που δυστυχώς αποτελούν το 54,9% των νέων προσλήψεων το 2017.

Ειδικά για την αποκλιμάκωση που σημείωσε το ποσοστό ανεργίας των νέων 20-29 ετών (μειώθηκε σε 34,7% το 2017 από 37,7% το 2016), επισημαίνεται ότι συνέβαλαν οι νομοθετικές ρυθμίσεις των προηγούμενων ετών, που διευκόλυναν την πρόσληψη των νέων κάτω των 25 ετών με χαμηλότερες αμοιβές και σε περισσότερο ευέλικτες μορφές απασχόλησης, τα προγράμματα απασχόλησης, καθώς και η υψηλή συμμετοχή των νέων σε κλάδους που σημείωσαν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, όπως ο τουρισμός και το εμπόριο. Σημαντική αύξηση παρατηρείται στους αυτοαπασχολούμενους χωρίς προσωπικό, που αντιπροσωπεύουν το 22,8% του συνόλου των απασχολουμένων.

Όσον αφορά την εξέλιξη της απασχόλησης κατά τομέα οικονομικής δραστηριότητας το 2017, η επιβράδυνση της απασχόλησης συνεχίστηκε στον πρωτογενή τομέα, αν και με ηπιότερο ρυθμό (-0,3%, έναντι -2,4% το 2016).
Αντίθετα, αύξηση σημείωσαν ο δευτερογενής τομέας, με χαμηλότερο ωστόσο ρυθμό (3,3% το 2017 από 3,8% το 2016), και ο τριτογενής τομέας, με εντονότερο ρυθμό (2,3% το 2017 από 2,0% το 2016), συνεχίζοντας την ανοδική πορεία των τελευταίων ετών και αυξάνοντας τα μερίδια συμμετοχής των δύο παραπάνω τομέων στη συνολική απασχόληση (15,4% και 72,5% αντίστοιχα). Στους επιμέρους κλάδους, η αύξηση της απασχόλησης το 2017 προήλθε σε μεγάλο βαθμό από τον κλάδο του εμπορίου, ο οποίος αντέστρεψε την αρνητική εικόνα του προηγούμενου έτους (3,2%, έναντι -0,4% το 2016). Θετικά στην αύξηση της απασχόλησης συνέβαλαν επίσης η μεταποίηση(3,0%) και οι δραστηριότητες που σχετίζονται με υπηρεσίες τουρισμού (2,8%), αν και σημειώθηκαν ηπιότεροι ρυθμοί αύξησης έναντι του προηγούμενου έτους. Επιπρόσθετα, σημαντική αύξηση σημείωσαν οι δραστηριότητες ανθρώπινης υγείας και κοινωνικής μέριμνας (6,0%, έναντι 1,9% το 2016).

Πάνω σε αυτούς τους αριθμούς, δεν μπορούμε να μιλάμε για αποκλιμάκωση της ανεργίας, ούτε να πανηγυρίζουμε ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη θέση σε επενδύσεις μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. σε σύγκριση με το μέγεθος της οικονομίας, το ΑΕΠ. Ακριβώς επειδή το ΑΕΠ της χώρας είναι χαμηλό, πρακτικά με μηδενική έως αναιμική ανάπτυξη και φυσικά, οι θέσεις εργασίας που εναγωνίως όλοι περιμένουμε, δεν δημιουργήθηκαν, παρά την πρωτιά.

 

Διαβάστε επίσης