Η εμβάθυνση της ελληνικής οικονομίας

του ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΒΕΛΗ, ΤΟΜΕΑΡΧΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΝΟΔΕ ΑΧΑΪΑΣ

Είναι βέβαιο ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνιστούν βασικό
παράγοντα της ευημερίας μας. Προσφέρουν εργασία σε ευάλωτες κοινωνικές
ομάδες, άρα καταπολεμούν την ανεργία. Χωρίς μεσαία τάξη δεν υπάρχει
Δημοκρατία και χωρίς μικρομεσαία επιχείρηση δεν υπάρχει οικονομία.


Στη χώρα μας, οι «μικροί» σε μια αναπτυσσόμενη περιφέρεια, με ορεινές
περιοχές και πολλά νησιά, επιτελούν έναν ακόμη ρόλο. Αυτόν του
θεματοφύλακα της κοινωνικής συνοχής, της συγκράτησης του πληθυσμού
στην περιφέρεια, της διατήρησης της πολιτισμικής παράδοσης. Επομένως,
αν θέλουμε να συμβάλουμε στην εμβάθυνση της οικονομικής δημοκρατίας,
χρειάζεται να ενστερνιστούμε τη συσχέτιση της οικονομικής μεγέθυνσης
με τη συνολική κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη, η οποία μπορεί να
παραγάγει γενικευμένη ευημερία.. Η ανάπτυξη του νεοελληνικού κράτους
κυρίως βασίστηκε στη μικροϊδιοκτησία- στις μικρές και μεσαίες
αγροτικές εκμεταλλεύσεις και στις μικρές και μεσαίες οικογενειακές
επιχειρήσεις. Μοντέλο που χλευάστηκε από πολλούς! Αλλά με αυτό
πορευτήκαμε και μπήκαμε στην Ευρώπη.

Κι ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες στηρίχθηκαν  κυρίως στη μεγάλη
βιομηχανία τους για να ανθίσουν οικονομικά, την ανάπτυξη της Ελλάδας
στήριξαν κυρίως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Η παρουσία μεγάλων
επιχειρήσεων ήταν πάντοτε περιορισμένη.

Κατά συνέπεια οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις είναι αναγκαίο να
γίνουν ευέλικτες και να οργανωθούν.

Άλλωστε, κατά τη διάρκεια της κρίσης, το δόγμα υπέρ της σωτήριας
μεγάλης επιχείρησης κατέρρευσε, από τη στιγμή που πολλές μεγάλες
επιχειρήσεις συγχωνεύθηκαν, εξαγοράστηκαν, πουλήθηκαν σε ξένα funds ή
μετανάστευσαν σε φορολογικά ευνοϊκότερες χώρες.

Είναι εντυπωσιακό ότι οι μεταρρυθμίσεις που υλοποιούνται σήμερα, αντί
να περιορίζουν την ύφεση, την επιτείνουν. Η συνταγή της άκρατης
λιτότητας χωρίς επενδύσεις οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο. Τα συνήθη
υποζύγια των μέτρων είναι οι Έλληνες φορολογούμενοι, φυσικά και νομικά
πρόσωπα.

Χωρίς όμως να γίνονται οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο κράτος. Ακόμη συζητούμε:

i. Για μια καθολική μεταρρύθμιση στο φορολογικό. Για ένα σύγχρονο,
απλό και σταθερό φορολογικό σύστημα που θα ενισχύει τη δίκαιη κατανομή
του εισοδήματος και του πλούτου και θα είναι φιλικό προς την
επιχειρηματικότητα.

ii. Για μια καθολική μεταρρύθμιση στη Δημόσια Διοίκηση. Για τη
δημιουργία σύγχρονων δομών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, που θα
αποδομούν τη γραφειοκρατία.

iii. Για έναν καθολικό εκσυγχρονισμό στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης,
ώστε να γίνει ταχύτερο και αποδοτικότερο.

iiii. Για παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας με στόχο την καταπολέμηση
της πολύ υψηλής ανεργίας και του κλιμακούμενου brain drain.

Μετράμε 10 χρόνια ύφεσης και αυτά τα ζητήματα δεν τα έχουμε αντιμετωπίσει.

Είναι αυτά, ωστόσο, που θα συμβάλλουν στην ισορροπημένη συγκέντρωση
εισοδήματος, πλούτου και επομένως, οικονομικής δύναμης μεταξύ του
Βορρά και του Νότου της Ευρώπης. Όσο δεν αντιμετωπίζουμε αυτά τα
ζητήματα, όσο υπηρετούμε τη λιτότητα δίχως επενδύσεις, η ανάπτυξη
ακόμη και εάν έρθει θα είναι εφήμερη.

Προφανώς για να συμβούν αυτά απαιτούνται κάποιες βασικές προϋποθέσεις:

Κατ’ αρχάς απαιτείται οικονομική και πολιτική σταθερότητα στην χώρα.
Χρειάζεται, επίσης, ένα ρεαλιστικό για τις επενδύσεις και την
ανταγωνιστικότητα φορολογικό πλαίσιο, το οποίο θα είναι σταθερό σε
βάθος δεκαετίας. Χρειάζεται να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν το
εθνικό χωροταξικό σχέδιο και να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου.
Χρειάζεται, τέλος, ένα ευέλικτο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο θα
είναι σε θέση να προσφέρει την απαιτούμενη ρευστότητα, με βιώσιμο
κόστος χρήματος, αλλά και χρηματοδοτικές λύσεις και εργαλεία στα υγιή
επιχειρηματικά σχέδια τα οποία έχουν την προοπτική να δημιουργήσουν
προστιθέμενη αξία και θέσεις εργασίας.

Ο κλάδος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για να παραμείνει βιώσιμος,
πρέπει να μειώσει κόστη, να αναπτύξει επιχειρηματικές συνέργειες, να
καλλιεργήσει δεξιότητες, να εκπαιδεύσει το ανθρώπινο δυναμικό του, να
σχεδιάσει και να διαθέσει στην αγορά μοντέρνα προϊόντα και υπηρεσίες,
να επενδύσει στο marketing, να συνεργαστεί με τις τοπικές κοινωνίες,
να προστατεύσει το περιβάλλον και την πολιτιστική μας κληρονομιά και
ασφαλώς να αντιμετωπιστεί η ασταμάτητη φορο-καταιγίδα ο αδυσώπητος
διεθνής ανταγωνισμός.

Όσο δύσκολη και αν είναι η καθημερινότητα, πρέπει να μένουμε
προσηλωμένοι στους στόχους και την στρατηγική μας. Δεν αρκεί να
γνωρίζουμε μόνο πιο είναι το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα, αλλά να
είμαστε σε θέση να σχεδιάσουμε και να λειτουργούμε κάτω από τα πιο
αυστηρά διεθνή πρότυπα. Με τις ίδιες διαδικασίες που λειτουργούν οι
πολυεθνικές εταιρείες, όσον αφορά στις πωλήσεις, το marketing, τη
σωστή στόχευση των αγορών, την ανάπτυξη προϊόντων και υπηρεσιών, τη
διαρκή ενίσχυση της ποιότητας, τη διαχείριση και ανάπτυξη όλων των
τμημάτων.

Η χώρα μας έχει όλα τα προσόντα να γίνει μια ισχυρή δύναμη στην παροχή
ποιοτικών υπηρεσιών. Υπάρχει η δυνατότητα να δημιουργήσει ένα μοντέλο
που θα αξιοποιεί τις επιχειρηματικές ευκαιρίες και θα δημιουργεί
αλυσίδες αξίας και δικτύωσης. Που θα στηριχθεί στις αρχές της
διαφάνειας, στην αύξηση της εγχώριας προστιθέμενης αξίας, στην
εξωστρέφεια, στην ενίσχυση της απασχόλησης και στην περιφερειακή
ανάπτυξη.

Είναι απολύτως σίγουρο ότι η ευελιξία των ελληνικών οικογενειακών
επιχειρήσεων, στην πλειονότητά τους ΜμΕ, είναι σπουδαίο όπλο για την
βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.


 

Διαβάστε επίσης