"Δυο γυναίκες, δυο θεές" και ο "αρχάγγελος" Χαλεπάς- Η Ρέα Γαλανάκη, η Κρητικιά που η Πάτρα αγαπάει σαν να΄ναι δική της, μιλάει στο tempo24 για το νέο της βιβλίο και την περιπέτεια της γραφής

«Το ξέρουμε όσοι γράφουμε, "ερωτευόμαστε" καμιά φορά τους ήρωές μας, πλάσματα αιωρούμενα αναμεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, άλλωστε κάθε "έρωτας" αιωρείται αναμεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, ιδίως ο ανολοκλήρωτος. Ξέρουμε ακόμη, συγγραφείς και μη, ότι κάθε "έρωτας" κάνει αναγκαστικά τη δική του διαδρομή».

Με αυτή τη ορμή του έρωτα που ανολοκλήρωτος έμενε στα συρτάρια και περίμενε είκοσι χρόνια τώρα να αποκτήσει σώμα και δέρμα και λόγια, να γίνει ψίθυρος σε ένα δεκτικό αυτί και λόγος καρποφόρος,  η Ρέα Γαλανάκη, η Κρητικιά που η Πάτρα αγαπάει σαν να΄ναι δική της,  επιστρέφει στα γράμματα έχοντας στο πλάι της δυό θεές και έναν αρχάγγελο: τον Γιαννούλη Χαλεπά.

- Της Γιώτας Κοντογεωργοπούλου-

Το νέο της βιβλίο, δυο νουβέλες ενωμένες με τον ιστό της συνομιλίας του έρωτα και της δημιουργίας, του μύθου και της ιστορίας, της  τέχνης και της σοφίας που φέρει τη μορφή μιας μικρής Τηνιακής βοσκοπούλας, είναι ένα μικρό βιωματικό αριστούργημα που σε πιάνει πρώτα από όλα από την αφή, από έναν εξαιρετικό σκληρόδετο τόμο μικρού μεγέθους που παραπέμπει στις εκδόσεις που αγαπήσαμε στο παρελθόν και δεν έχασαν ποτέ την συναισθηματική και εικαστική τους αξία.

Άν όμως η αφή είναι ο ... πρόλογος, οι λέξεις είναι αυτές που σε «αρπάζουν» από την πρώτη γραμμή και σε πάνε σε έναν τόπο όπου η γνώση ακουμπάει στο συναίσθημα με τον μαγικό τρόπο που η Γαλανάκη έχει εισάγει στα ελληνικά γράμματα, καθιστώντας την ακρίβεια ιδανική σμίλη της ατμόσφαιρας από την οποία ανασκάπεται ένα σπάνιο λογοτεχνικό ταλέντο.

Τα γραπτά της Γαλανάκη μοιάζουν με τις κουβέντες που έχεις μαζί της. Διαυγή, με δημιουργική ορμή  και ένα μέτρο που οδηγεί με σθένος και στέρεο τιμόνι σε έναν δρόμο αντισυμβατικό.

Αυτή η δυνατότητα είναι που την καθιστά μοναδική στο είδος της.

Από τον λόγο της Γαλανάκη κάτι μαθαίνεις. Και ακολούθως, κάτι σε παίρνει το κατόπι αφού κλείσεις το βιβλίο.

Σε έναν κόσμο  στον οποίο έχουν πάψει να ευδοκιμούν τα ... θεία είδη, η Γαλανάκη μιλάει για «δυό γυναίκες, δυό θεές» και τη δύναμη της τέχνης να αναγεννιέται από τις στάχτες, το ίδιον του καλλιτέχνη να φυσάει ζωή στον πηλό του ως άλλος δημιουργός ενός δικού του σύμπαντος.

Κυρίαρχες φιγούρες, ο Γιαννούλης Χαλεπάς και η μυθική Αριάδνη, δυό πλάσματα που   φαίνεται να μην τα συνδέει τίποτα αλλά αποκτούν τις δικές τους διόδους επικοινωνίας μέσα από τις υπόγειες διαδρομές, τους κρυφούς κώδικες μιας πένας που έχει κατοχυρώσει τη θέση της στον κόσμο των εμπνευσμένων δημιουργών.     

Μιλήσαμε με τη Ρέα Γαλανάκη, με αφορμή την αυριανή παρουσίαση του βιβλίου της στην Πάτρα, στις 8 το βράδυ  στο αναγνωστήριο της Δημοτικής Βιβλιοθήκης, από τη  Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών, τις  εκδόσεις Καστανιώτη και το βιβλιοπωλείο «Το Δόντι».  

Το βιβλίο αποτελείται από δύο νουβέλες. Με αφορμή το γλυπτό του Χαλεπά «Αθηνά βοσκοπούλα», η ομώνυμη νουβέλα εστιάζεται στα είκοσι οκτώ χρόνια που έζησε ο Χαλεπάς στην Τήνο, μετά το φρενοκομείο της Κέρκυρας και μέχρι να επιστρέψει στην Αθήνα, αναγνωρισμένος για δεύτερη φορά ως σπουδαίος γλύπτης. 

Στη δεύτερη νουβέλα εξιστορείται το ερωτικό πάθος της Αριάδνης για τον ξένο κι εχθρό στη μινωική Κνωσό Θησέα. Στο Επίμετρο του βιβλίου η συγγραφέας παραθέτει τη βιωματική της σχέση με τις παραπάνω νουβέλες, που, ως όφειλαν, διαφέρουν αναμεταξύ τους σε πολλά.

                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                    

Πού σας βρίσκουν οι ήρωές σας; Μιλάω για εκείνη τη συνάντηση που σας κάνει να τους προσέξετε και να τους αφιερώσετε τη σκέψη σας, για να γίνουν ακολούθως ήρωες στο χαρτί….

«Aυτό είναι πάντοτε ένα μυστήριο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση του βιβλίου μου αυτά έχουν αρχίσει πάρα πολύ παλιά. Ο Χαλεπάς άρχισε να με απασχολεί εδώ και είκοσι περίπου χρόνια, η δε Αριάδνη ήταν κατά κάποιο τρόπο γειτονοπούλα μου αφού μεγάλωσα στο Ηράκλειο της Κρήτης εκεί που είναι η Κνωσός, το μουσείο του Μινωικού Πολιτισμού με τις εικόνες του οποίου έζησα τα πρώτα χρόνια της ζωής μου. Επομένως η σχέση και με τον Χαλεπά και με την Αριάδνη είναι πάρα πολύ βαθιά. Μου δόθηκε η ευκαιρία να φτιάξω κάτι πολύ μικρό για αυτούς αλλά καθώς δεν είχα εξαντλήσει όλα όσα θα ήθελα να πω, γιατί είναι εξαιρετικές περιπτώσεις και οι δύο, έκανα αυτά τα κείμενα, αυτές τις δύο νουβέλες. Επομένως δεν μπορεί να ξέρει κανείς πού και πώς θα συναντηθεί με τους ήρωες. Το μυαλό του λογοτέχνη ξέρετε είναι σαν ένα μεγάλο σεντούκι, δεν γνωρίζεις ακριβώς, αν το ανοίξεις, τι θα βγάλεις κάθε στιγμή. Μπορεί να είναι κάτι πολύ πρόσφατο ή κάτι πάρα πολύ παλιό. Είναι θέμα συγκίνησης».

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς και η μυθική Αριάδνη. Πού συναντούνται μεταξύ τους; Πώς «συστεγάζονται» στο ίδιο βιβλίο;

«Στη λογοτεχνία δεν κάνουμε συνταγολόγια... μια κουταλιά ζάχαρη και μια κουταλιά αλεύρι... Στη λογοτεχνία βάζουμε κρυφές συνδέσεις και διαδρομές. Είναι φανερό μεν ότι μιλάω για δύο θεές με γυναικεία υπόσταση,  είναι φανερό ότι μιλάω για ένα ιστορικό πρόσωπο που είναι ο Χαλεπάς ο οποίος έπλασε όμως ένα καταπληκτικό άγαλμα για την Αθηνά ως βοσκοπούλα, είναι φανερό ότι η Αριάδνη ως μινωική πριγκίπισσα δεν είναι ιστορικό αλλά μυθολογικό πρόσωπο και είναι φανερό ότι εκείνη δεν έχει μιλήσει ποτέ για τον εαυτό της. Εγώ με αφορμή την Αθηνά βοσκοπούλα, κάνω κύκλους γύρω απο τη ζωή του Χαλεπά για να τη δώσω όμως με έναν κρουστό λογοτεχνικό λόγο. Η λογοτεχνία είναι αυτό που με ενδιαφέρει. Και στην περίπτωση της Αριάδνης κάνω πάλι το ίδιο, δηλαδή προσπαθώ να τη βάλω να αφηγηθεί η ίδια την περιπέτεια με τον Θησέα και μέσα από τη δική της εξιστόρηση να ξαναδούμε όλο τον μινωικό πολιτισμό, με έμφαση στον Μινώταυρο».

Γιατί επιλέξατε ειδικά αυτό το γλυπτό του Χαλεπά; Τι σας «είπε» αυτή η εικόνα;

«Είναι ο  συνδυασμός της σοφίας με την τέχνη του βοσκού. Και σημειώνω ότι ο ίδιος ο Χαλεπάς ήταν βοσκός για περίπου 30 χρόνια στην Τήνο, αφότου βγήκε από το τρελοκομείο της Κέρκυρας μέχρι που γύρισε στην Αθήνα για δεύτερη φορά αναγνωρισμένος γλύπτης... Ήταν ένας φοβερά περιφρονημένος άνθρωπος, πολύ φτωχός,  ενώ ήταν ένας πάρα πολύ σπουδαίος γλύπτης στα νιάτα του, πριν αρρωστήσει. Έχω βάλει στο βιβλίο μότο μια φράση  του Χαλεπά που νομίζω ότι αποτυπώνει το ερέθισμα της αναζήτησής μου γύρω από αυτό το θέμα. Είχε πει ο Χαλεπάς: «Είναι ηλίθιοι οι άνθρωποι που θέλουν τη θεά της Σοφίας με περικεφαλαία και δόρυ. Πιο πολύ ταιριάζει σαν μια βοσκοπούλα». Προσπάθησα  λοιπόν να δω γιατί το λέει αυτό, σε συνάρτηση με τη ζωή του».

(Ο Γιαννούλης Χαλεπάς)

Tι είναι η Αριάδνη για την Κρήτη και τις γυναίκες της; Πώς μιλάει μέσα σας ο γενέθλιος τόπος;

«Σας είπα ότι η Αριάδνη είναι σαν γειτονοπούλα μου. Μεγάλωσα στο Ηράκλειο, δίπλα στην Κνωσό. Στο μουσείο με περίμεναν να τους επισκεφθώ η "Παριζιάνα", ο πρίγκιπας με τα κρίνα, ταύροι, πέρδικες, και άλλες πανέμορφες μορφές. Ίσως όλα αυτά να με οδήγησαν ασυναίσθητα στις σπουδές της αρχαιολογίας.  Αυτό που κάνω εγώ με την Αριάδνη, την οποία μικρή φανταζόμουν  σαν τις ζωγραφιές των γυναικών της Κνωσού, είναι ότι προσπαθώ να της δώσω φωνή. Τον μύθο της Αριάδνης όπως τον ξέρουμε σήμερα τον έγραψαν οι αρχαίοι Έλληνες. Οι Μινωίτες δεν έγραφαν,  δεν είχαν αφήγηση μεγάλη, δεν είχαν έπος,  δεν ανέπτυξαν το λόγο. Ανέπυξαν μόνο τη ζωγραφική. Όσα είχαν να πουν τα έλεγαν μέσω της ζωγραφικής και εκεί βλέπουμε την καταπληκτική θέση που είχαν δημόσια οι γυναίκες σε τελετές, πράγμα που δεν υπήρχε στην κλασσική Αθήνα. Τον τρόπο λοιπόν που αφηγήθηκαν οι Αθηναίοι την ιστορία της Αριάδνης νομίζω ότι ήταν καιρός πια, ότι η εποχή μας το επιτρέπει, ότι η σκέψη μας και η ευαισθησία μας το επιτρέπουν,  να τον ξαναδούμε αλλιώς. Ότι πρέπει να μιλήσει η ίδια  η Αριάδνη όχι πλέον ο νικητής Θησέας που την εγκατέλειψε. Όλη η  τέχνη στη δύση εξακολούθησε να αποδίδει την Αριάδνη σύμφωνα με την αφήγηση των Ελλήνων- Θησέα. Εγώ επιχείρησα να το ανατρέψω αυτό. Φτάνει να σας πω ότι η πρώτη πρόταση του βιβλίου είναι «έκανα πως κοιμόμουν και τον άφησα να φύγει». Είναι η στιγμή που υποτίθεται ότι είναι παρατημένη στο ακρογιάλι. Προσπαθώ να το δω από άλλη οπτική γωνία, γιατί είναι ενδιαφέρον να δει κανείς ότι μια γυναίκα μπορεί να μιλήσει αλλιώς και μάλιστα η Αριάδνη, αυτό το μυθικό πρόσωπο, το οποίο δεν ήταν ένα απλό κοριτσάκι, είχε ένα πολύ μεγάλο κύρος στην πατρίδα της».

Γιατί απευθύνεστε στον Χαλεπά στο δεύτερο πληθυντικό; Τι δηλώνει αυτή η απόσταση;

«Δεν είναι απόσταση αυτό. Είναι πληθυντικός ευγενείας και πολύ μεγάλης αγάπης».

Αυτολογοκρίνεστε όταν γράφετε για ένα πραγματικό  και όχι ένα φανταστικό πρόσωπο;

«Αυτά είναι πάρα πολύ σύνθετα προβλήματα μέσα στην όλη επεξεργασία του κειμένου. Προφανώς και όταν έχεις να κάνεις με ένα ιστορικό πρόσωπο, αλλά και με ένα μυθολογικό για το μύθο του οποίου μας έχουν παραδοθεί συγκεκριμένες ιστορίες, πάντα πρέπει να τις λάβεις υπόψη σου πάρα πολύ σοβαρά.. Εγώ δεν αυθαιρετώ, όταν έχω ένα ιστορικό πρόσωπο στα γεγονότα, καθόλου. Ειδικά για το ιστορικό πρόσωπο. Οι μύθοι μας επιτρέπουν ίσως κάτι παραπάνω από τα ιστορικά ντοκουμέντα, ακριβώς επειδή οι ίδιοι είναι φανταστικοί και έχουνε πολλές “ουρές” για να τους πιάσεις».

Πόσο δύσκολο είναι να φέρει ένας λογοτέχνης τα ιστορικά πρόσωπα στο σήμερα; Να τα κάνει συνομιλητές μας;

«Εξαρτάται από το ποιό θα είναι αυτό το πρόσωπο. Άν ανταποκρίνεται στη σημερινή μας ευαισθησία, εγώ το τολμώ. Αλλά πρέπει να ανταποκρίνεται πρώτα ένα κομμάτι του εαυτού μου  και δεύτερον να ανταποκρίνεται στον τρόπο που σκεφτόμαστε εμείς σήμερα.  Γιατί και την ιστορία δεν την διαβάζουμε σαν να είναι ένα λεξικό,  αλλά επιλεκτικά και αυτή. Άν κάτι μας συγκινήσει, σε αυτό θα σταθούμε σε οποιαδήποτε περίοδο και αν αναφέρεται. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μυθολογία. Δεν είναι ένα λεξικό, σταματάμε εκεί που χτυπάει η καρδιά μας».

 Η έρευνα ανοίγει δρόμους;

 «Σαφέστατα. Ο φανατισμός στηρίζεται στο δόγμα  “πίστευε και μη ερεύνα”. Εγώ το ανατρέπω αυτό. Όσο  πιο πολύ πιστεύεις, τόσο πιο πολύ ανοίγει το μυαλό σου. Τοσο πιο πολύ γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, πιο ευαίσθητος. Η έρευνα μας ωφελεί, δεν βλάπτει. Μόνο το δογματισμό ωφελεί το να μην ερευνούμε»

Σας βοηθάει η διαδικασία της έρευνας να φτιάξετε μια ατμόσφαιρα;

«Πάρα πολύ. Άν θέλω να αναπαραστήσω κάτι, αυτό πρέπει να είναι πιστό και σε μια εποχή. Κάνω όχι μόνο ιστορική έρευνα αλλά και ζωγραφική έρευνα και κοινωνιολογική έρευνα,  ανεξάρτητα αν αυτό με το οποίο ασχολούμαι είναι σύγχρονο ή παλιό. Ο χρόνος και ο τόπος πρέπει να προσδιοριστούν με ακρίβεια σε ένα κείμενο είτε είναι η Αθήνα του 2012, είτε  η εποχή του Χαλεπά,  είτε η μινωική Κνωσός. Μας καλλιεργεί η έρευνα και μας βοηθάει να μπούμε σε βάθος. Μπορεί μια εικαστική λεπτομέρεια να μας κάνει να καταλάβουμε περισσότερα πράγματα από ό,τι μια παράγραφος σε ένα βιβλίο».

Κάθε βιβλίο είναι σαν να είναι το τελευταίο, έχετε πει...

«Έτσι αισθάνομαι. Όπως μια γυναίκα που άμα γεννήσει και έχει ένα μωρό στα χέρια της, δεν μπορεί να σκεφτεί το επόμενο μωρό... Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Περιμένω λοιπόν να απογαλακτιστεί...»

ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΔΥΟ ΘΕΕΣ: Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΤΗ ΠΑΤΡΑ

Η Δημοτική Βιβλιοθήκη Πατρών, οι εκδόσεις Καστανιώτη και το βιβλιοπωλείο «Το Δόντι» παρουσιάζουν το  νέο βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη με τίτλο «Δυο γυναίκες, δυο θεές»  αύριο Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου 2017, στις 8.00 μ.μ. στο Αναγνωστήριο της  Βιβλιοθήκης

Για  το βιβλίο θα μιλήσουν η εικαστικός Κλεοπάτρα Δίγκα και ο συγγραφέας Βασίλης Λαδάς. 

Η ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

Η Ρέα Γαλανάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ενώ έμεινε πολλά χρόνια στην Πάτρα. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα και δοκίμια.

Μεταξύ άλλων διακρίσεων, έχει τιμηθεί δυο φορές με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (Μυθιστορήματος το 1999 για το «Ελένη, ή ο Κανένας», Διηγήματος το 2005 για το «Ένα σχεδόν γαλάζιο χέρι»), το 2003 από την Ακαδημία Αθηνών με το «Βραβείο Πεζογραφίας Κώστα και Ελένης Ουράνη» για το μυθιστόρημα «Ο Αιώνας των Λαβυρίνθων», το 2006 με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου για το μυθιστόρημα «Αμίλητα, βαθιά νερά» και το 1987 με το «Βραβείο Νίκος Καζαντζάκης» του Δήμου Ηρακλείου Κρήτης. Επίσης, το μυθιστόρημά της «Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά» είναι το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα που εντάχθηκε το 1994 από την Ουνέσκο στη συλλογή της UNESCO Collection of Representative Works, ενώ το «Ελένη, ή ο Κανένας» διεκδίκησε το 1999 το Ευρωπαϊκό Βραβείο «Αριστείον» μπαίνοντας στην τελική τριάδα των υποψήφιων έργων. Η «Άκρα Ταπείνωση» (Εκδόσεις Galaade) ήταν υποψήφια για το Prix Méditerranée Étranger (2017).

Έργα της έχουν μεταφραστεί σε δεκαπέντε γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά, τούρκικα, αραβικά, κινεζικά, εβραϊκά, αλβανικά, ολλανδικά, βουλγαρικά, σουηδικά, λιθουανικά, τσέχικα), ενώ έχει κληθεί να συμμετάσχει σε φεστιβάλ, συνέδρια, πανεπιστημιακά σεμινάρια και εκδηλώσεις στην Ελλάδα, ή στο εξωτερικό. Αποσπάσματα από δυο μυθιστορήματά της έχουν ενταχθεί στη διδασκόμενη Νεοελληνική Λογοτεχνία της Μέσης Εκπαίδευσης.