Ενίσχυση καταναλωτικής εμπιστοσύνης

ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΡΒΕΛΗ ΤΟΜΕΑΡΧΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΝΟΔΕ ΑΧΑΪΑΣ

Μετά από την πρόσκαιρη σταθεροποίησή του στις 95,1 μονάδες στην αρχή του τρέχοντος έτους, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος ,σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) υποχώρησε σημαντικά τον Φεβρουάριο, στις 92,9 μονάδες, δείχνοντας έτσι την τάση συμπίεσης που διέρχεται η ελληνική οικονομία. Στους επιμέρους τομείς, με εξαίρεση τη Βιομηχανία, σημειώνεται πτώση, η οποία είναι ισχυρή στο Λιανικό Εμπόριο και τις Κατασκευές.

Σημαντική κάμψη σημειώνεται και στην καταναλωτική εμπιστοσύνη, η οποία πλησιάζει το επίπεδο του Απριλίου πέρυσι, που ήταν και το χαμηλότερο από τον Αύγουστο του 2013,λόγω των αισθητά δυσμενέστερων προβλέψεων των νοικοκυριών για την οικονομική κατάστασή τους και για την οικονομική κατάσταση της χώρας. Οι προβλέψεις για την ανεργία επίσης επιδεινώθηκαν, αλλά ήπια, ενώ η πρόθεση για αποταμίευση παρέμεινε στο ιστορικά χαμηλό επίπεδο του Ιανουαρίου.

Σύμφωνα μάλιστα με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, το νεκρό διάστημα από την αρχή του χρόνου μέχρι σήμερα είναι αρκετό για να εντείνει την ύφεση που παρουσιάστηκε στο τέλος του 2016, αλλά και να μεταβάλει τον στόχο για ανάπτυξη 2,7%, σε αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ 0,5% και 1,5%, ανάλογα με το πότε θα κλείσει οριστικά η αξιολόγηση.

Από την αρχή του έτους ο κύκλος και ο όγκος εργασιών στο ελληνικό εμπόριο κινείται πτωτικά σε πολλούς υποκλάδους του λιανικού και χονδρικού εμπορίου. Η μείωση του τζίρου στα καταστήματα τροφίμων, ποτών και καπνού υπολογίζεται σε 9%-10%, στα πολυκαταστήματα 8%-9%, στα καταστήματα ηλεκτρικών, επίπλων και οικιακού εξοπλισμού 5%-6%, στα καταστήματα καλλυντικών και φαρμακευτικών 3%-4%. Στα καταστήματα ένδυσης και υπόδησης μετά τις εκπτώσεις η κίνηση χαρακτηρίζεται υποτονική, με τους καταναλωτές αδιάφορους και τη μείωση να ξεπερνά το 10%. Οι πίνακες μεταβολών στους τζίρους του Απριλίου σε βασικούς υποκλάδους του λιανικού εμπορίου δείχνει τον γενικό δείκτη κύκλου εργασιών στο -32% από το 2009 μέχρι σήμερα.

Σε μια μικρή οικονομία όπως η Ελλάδα, με τα γνωστά προβλήματα, τη μακροχρόνια κρίση που έχει εξελιχθεί σε φαύλο κύκλο και τη στενή επιτήρηση εταίρων και πιστωτών, για τη σταθεροποίηση της, είναι απαραίτητη η εξισορρόπηση των δύο ισοζυγίων, προϋπολογισμού και τρεχουσών συναλλαγών, αλλά και η τόνωση της απασχόλησης και του ΑΕΠ.. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, οι μόνες δυνατότητες τονώσεως της εγχώριας ζήτησης είναι η επέκταση των εξαγωγών και η προσέλκυση επενδύσεων.

Πρέπει να αναληφθούν μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες για την εμπορική πίστη και την ασφάλιση συναλλαγών με όρους αγοράς, την ανάπτυξη μη τραπεζικής χρηματοδότησης και τη στήριξη των τραπεζών που χρηματοδοτούν εξαγωγικές επιχειρήσεις με τη μείωση σχετικών θεσμικών αντικινήτρων που αντιμετωπίζουν. Όσον αφορά τις επενδύσεις, οι κρίσιμοι παράγοντες προσέλκυσης είναι πάντα η ποιότητα του εγχώριου ανθρώπινου δυναμικού, η παραγωγικότητα της εργασίας, το χαμηλό διοικητικό κόστος, η εύλογη και κυρίως σταθερή σε νομοθεσία και εφαρμογή φορολογία. προσφερθούν να μη μειώνονται λόγω αυτής της αβεβαιότητας. Είναι σημαντικό το κράτος να επιτρέψει στους έλληνες επιχειρηματίες να κλείσουν συμφωνίες με ξένους επενδυτές, χωρίς αυτή η αβεβαιότητα να μειώνει την αξία της επιχείρησής τους. Είναι σημαντικό επίσης αυτή η διαδικασία να ενθαρρύνει τη διάσωση και την αύξηση των θέσεων εργασίας, προσελκύοντας κεφάλαια που αποσκοπούν κυρίως στην αναβάθμιση της παραγωγικής ικανότητας των επιχειρήσεων.

Η χώρα πρέπει επιτέλους να δημιουργήσει νέες δουλειές, παράγοντας νέο εισόδημα με ίσες ευκαιρίες στην αφετηρία και υψηλή κοινωνική κινητικότητα.

Διαβάστε επίσης